Τετάρτη 27 Αυγούστου 2008

ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΛΕΜΟ ΣΤΗ ΓΕΩΡΓΙΑ




του Ανδρέα Πενταρά*
 
 
Το να καταλήξει κάποιος σε ακριβή συμπεράσματα αναφορικά με τη στρατιωτική πτυχή των συγκρούσεων στο Καύκασο σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα θα ήταν παρακινδυνευμένο, με δεδομένο ότι η προς τα έξω πληροφόρηση που υπάρχει είναι αυτή που δόθηκε μέσα από τα ΜΜΕ και μόνο. Ωστόσο κάποιες πρώτες σκέψεις και γενικά συμπεράσματα, μπορούμε να καταθέσουμε με όση ασφάλεια επιτρέπει η πληροφόρηση αυτή. 
 
Από πλευράς Γεωργίας, όσο δίκαιο κι αν αποδώσει κανείς στις προθέσεις της χώρας αυτής να προστατεύσει την εδαφική της ακεραιότητα από αποσκιρτήσεις πληθυσμιακών μειονοτήτων όπως είναι οι Οσέτιοι και οι Απχάζιοι, δεν μπορεί να δικαιολογήσει από την άλλη το τρόπο με τον οποίο προσπάθησε να επιτύχει το σκοπό αυτό. Η επίθεση εναντίον της πρωτεύουσας της Ν. Οσετίας Τσινχβάλι με άρματα μάχης και ανηλεή βομβαρδισμό με πολλαπλούς εκτοξευτές πυραύλων, έφερε τη στρατιωτική στρατηγική σε εποχές Β΄παγκοσμίου πολέμου, όπου η δολοφονίες αμάχων μέσα από βομβαρδισμούς (αεροπορικούς κυρίως) αποσκοπούσαν στην κάμψη της θέλησης του αντιπάλου για πόλεμο και στη παράδοσή του. Τέτοιοι βομβαρδισμοί έγιναν στη Δρέσδη, στο Αμβούργο, στο Βερολίνο, στο Τόκιο, στο Λονδίνο κλπ. Σήμερα όμως, με την εξέλιξη της τεχνολογίας και την εφεύρεση όπλων ακριβείας, παράλληλα με την εξέλιξη του πολιτισμού και τη διαφορετική εκτίμηση της αξίας της ανθρώπινης ζωής, οι τακτικές αυτές απαξιώθηκαν και εγκαταλείφθηκαν από το πολιτισμένο κόσμο. Εάν η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία της Γεωργίας διάβαζε Θουκυδίδη ή Σουν Τζου θα γνώριζε ότι κανένας πόλεμος δεν κερδίζεται χωρίς τη κοινωνική συναίνεση και αποδοχή. Με ποιο τρόπο θα επανένωνε τη πατρίδα του ο Γεωργιανός πρόεδρος; Με τη δολοφονία των κατοίκων της Ν. Οσετίας και τη καταστροφή των σπιτιών τους; Σε τακτικό επίπεδο ο στρατός της Γεωργίας διέπραξε επίσης απαράδεκτα σφάλματα. Αντί να στείλει τα άρματα να κυκλώσουν και να αποκλείσουν το μικρό Τσινχβάλι και στη συνέχεια να στείλει ειδικές δυνάμεις και πεζικό να καταλάβουν στρατηγικά σημεία της πόλης (κυβερνητικά κτίρια, σταθμούς επικοινωνιών, κυκλοφοριακούς κόμβους, κτίρια των ΜΜΕ κλπ), εισέβαλε στους στενούς δρόμους – παγίδες - της πόλης με άρματα μάχης και τεθωρακισμένα. Το αποτέλεσμα το είδαμε στις τηλεοράσεις με τα κατεστραμμένα άρματα κατά μήκος των δρόμων. Ένα δεύτερο σφάλμα ήταν η χρήση πολλαπλών εκτοξευτών πυραύλων εναντίον κατοικημένων τόπων. Το όπλο αυτό χρησιμοποιείται για τη καταστροφή εκτεταμένων συγκεντρώσεων στρατευμάτων εξ αιτίας της μεγάλης διασποράς που έχει και όχι εναντίον πόλεων και χωριών. Στη χρήση του όπλου αυτού οφείλονται κατά κύριο λόγο οι μεγάλες απώλειες αμάχων αλλά και η καταστροφή της κτιριακής υποδομής της πρωτεύουσας Τσινχβάλι.
 
Από πλευράς Ρώσων, φαίνεται ότι πέτυχαν κατ’ αρχή το στρατηγικό αιφνιδιασμό με την ακαριαία αντίδρασή τους στις ασύνετες στρατιωτικές ενέργειες της Γεωργίας. Είναι ξεκάθαρο ότι οι Ρώσοι στρατηγοί ήταν έγκαιρα ενημερωμένοι για τις προθέσεις της Τυφλίδας και διατηρούσαν τα στρατεύματά τους που στάθμευαν στη περιοχή σε ύψιστη ετοιμότητα. Ο Ρωσικός στρατός σχεδίασε τις επιχειρήσεις του εφαρμόζοντας πιστά την αρχή ότι ΄΄ο σκοπός του πολέμου είναι η κάμψη της θέλησης του εχθρού προς πόλεμο και η επιβολή της δικής μας θέλησης επ’ αυτού΄΄. Γι αυτό δεν περιορίσθηκε στην ανακατάληψη της Οσετίας και την εκδίωξη των εισβολέων, αλλά με αεροπορικούς βομβαρδισμούς, αποδιοργάνωσε τη στρατιωτική και οικονομική υποδομή της Γεωργίας, ενώ στο χερσαίο θέατρο επιχειρήσεων με μια θεαματική εισβολή στο έδαφος της Γεωργίας, προήλασε σε απόσταση βολής από τη πρωτεύουσα Τυφλίδα. Με το τρόπο αυτό -που ονομάσθηκε από τους Δυτικούς ΄΄δυσανάλογη αντίδραση΄΄ – υποχρέωσε το πρόεδρο Σαακασβίλι να αποδεχθεί όλους τους όρους του κειμένου ειρήνευσης που ο πρόεδρος Μεντβέντεφ και ο προεδρεύων της ΕΕ Νικολά Σαρκοζί συμφώνησαν.
 
Αξίζει να αναφερθούμε και στα οπλικά συστήματα που οι δύο αντίπαλοι χρησιμοποίησαν στη σύρραξη αυτή και που βασικά ήσαν τα ίδια, προερχόμενα από το οπλοστάσιο του πρώην Σοβιετικού στρατού. Από πλευράς αρμάτων μάχης και τεθωρακισμένων χρησιμοποιήθηκαν τα άρματα Τ-64 και Τ-72 της δεκαετίας του 60 και 70 αντίστοιχα. Δεν είδαμε στις φωτογραφίες τα σύγχρονα Τ- 80 και Τ-90 τα οποία οι Ρώσοι φαίνεται να διατηρούν σε μονάδες πέριξ της Μόσχας. Χρησιμοποιήθηκαν επίσης τα τεθωρακισμένα BMP -1 της δεκαετίας του 60 και τα μεταφοράς προσωπικού ΒΤR σε νεότερες εκδόσεις. Από πλευράς πυροβολικού οι μεν Γεωργιανοί χρησιμοποίησαν τους πολλαπλούς εκτοξευτές πυραύλων ΒΜ-21 GRAND της δεκαετίας του 60 επίσης, ενώ οι Σοβιετικοί τα πιο σύγχρονα αυτοκινούμενα πυροβόλα 152 χιλ. Στον αεροπορικό πόλεμο και οι δύο αντίπαλοι χρησιμοποίησαν το αεροσκάφος εγγύς αεροπορικής υποστήριξης Σουκουχόϊ - 24, ένα συμβατικό αεροπλάνο της δεκαετίας του 70, το εργοστάσιο κατασκευής του οποίου ήταν στη Τυφλίδα. Χρησιμοποιήθηκε επίσης ευρέως από τους Ρώσους το εκσυγχρονισμένο μαχητικό ελικόπτερο Μi-24 της δεκαετίας του 60. Η νεώτερη έκδοσή του το Μi-35 –σαν αυτά που διαθέτει η Εθνική Φρουρά - δεν έκανε την εμφάνισή του. Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε με βάση πάντοτε τις εικόνες που είδαμε από τις τηλεοράσεις, ότι το οπλοστάσιο του Ρωσικού στρατού –και των πρώην χωρών της ΕΣΣΔ – στηρίζεται ακόμα στο οπλοστάσιο του Σοβιετικού στρατού. Η Ρωσία έχει πολύ δρόμο να διανύσει στο τομέα αυτό μέχρις ότου πλησιάσει το επίπεδο των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.
 
 
* Υποστράτηγος ε.α.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.