Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2009

Πολιτική κουλτούρα και δηλώσεις Ολγκάτς


Χρήστος Ιακώβου

Οι έννοιες της κοινής γνώμης και της πολιτικής κουλτούρας είναι άμεσα συνυφασμένες, παρόλο που στην πολιτική επιστήμη μπορεί κάποιος να βρει μία ευρεία γκάμα ορισμών σχετικά με αμφότερες τις έννοιες. Αν δεχθούμε ότι πολιτική κουλτούρα είναι οι τρόποι με τους οποίους οι πολίτες εκλαμβάνουν και θεσμίζουν τις σχέσεις τους με την πολιτική ζωή σε συνάρτηση με τον ιστορικό χρόνο και χώρο, καθώς επίσης, και αν δεχθούμε ότι κοινή γνώμη είναι η εκπεφρασμένη άποψη των πολιτών επί των κυρίαρχων θεμάτων του δημοσίου βίου, τότε αναπόδραστα η μεν επηρεάζει την δε και τανάπαλιν. Αυτό συμβαίνει διότι το ποια θέματα προσελκύουν το δημόσιο ενδιαφέρον σε τρέχοντα χρόνο, είναι εξηρτημένο από την ευρύτερη πολιτική παράδοση και τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η δημόσια σφαίρα.

Η πρόσφατη παραδοχή του Τούρκου ηθοποιού Αττίλα Ολγκάτς ήταν απόλυτα ειλικρινής και αντανακλά το ιδεολογικοπολιτικό πλαίσιο μέσα από το οποίο μεγάλη μερίδα του πνευματικού κόσμου στην Τουρκία αντιλαμβάνεται έννοιες που στη δυτική πολιτική κουλτούρα σχετίζονται με τα ανθρώπινα δικαιώματα, την εθνοκάθαρση, το κράτος δικαίου κά.

Αν η δήλωση γινόταν από κάποιο αξιωματούχο της κεμαλικής στρατογραφειοκρατίας δεν θα προσείλκυε τόσο ενδιαφέρον. Το να χρησιμοποιεί όμως δημόσια από τηλεοράσεως ένας πολίτης από τον πνευματικό χώρο αυτόν τον αυτάρεσκο και ναρκισσιστικό λόγο ως ποιητική ανδρισμού και εθνικής υπερηφάνειας, πόρρω απέχει από το πνεύμα του εκσυγχρονισμού που ευαγγελίζεται σήμερα το Τουρκικό κράτος και δικαιολογημένα προκαλεί το ερώτημα: ποια η ερμηνεία και αξία της ανθρώπινης ζωής στην Τουρκική πολιτική κουλτούρα; 

Οι διανοούμενοι και οι άνθρωποι του πνευματικού χώρου είναι πάντοτε πρωταρχικοί κήρυκες αξιών γι’ αυτό και υπεραμύνονται όλων εκείνων των εννοιών και παραστάσεων που δικαιολογούν και εξωτερικεύουν τον αξιακό τους κώδικα. Επιπλέον, όταν μία κοινωνία αποδέχεται και ανέχεται να γίνονται δημοσίως τέτοιες δηλώσεις, τότε τίθενται αμείλικτα ερωτήματα για το πλαίσιο μέσα στο οποίο λειτουργεί η δημόσιά της σφαίρα. Ο τρόπος με τον οποίο μία κοινωνία αντιλαμβάνεται και αντιδρά στην απώλεια της ανθρώπινης ζωής είναι ιδιαίτερα προσδιοριστικός της πολιτικής της κουλτούρας. Για την περίπτωση της Τουρκίας τέτοιας φύσεως θέματα είναι άμεσα συνδεδεμένα με το μεγάλο πολιτικο-φιλοσοφικό ζήτημα του Τουρκικού εκσυγχρονισμού, από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα. 

Ο κεμαλικός εκσυγχρονισμός ξεκινά από την αρχή ότι ο πολίτης είναι ανώριμος και υποανάπτυκτος και αποστολή του Τουρκικού κράτους είναι να τον κατηχήσει στις αρχές του εκσυγχρονισμού και της δυτικοποίησης. Έτσι ο πολίτης λαμβάνει το ρόλο του στρατευμένου στην ιερότητα του κεμαλισμού όπου η πειθαρχία στην απόλυτη ισχύ του κράτους είναι κάτι περισσότερο από αναγκαία. Αντίθετα, στην δυτική Ευρώπη, η σύγχρονη κοινωνία ακολούθησε διαφορετική ιστορική εμπειρία. Η σύγχρονη δυτική δημοκρατία οικοδομήθηκε από κάτω προς τα πάνω και στηρίχθηκε στην αρχή ότι ο πολίτης έχει εξέλθει της ανωριμότητας και της υπανάπτυξης και μπορεί να εκφράζεται ελεύθερα ως άτομο. Η επίκληση του δυτικού πολιτισμού από την Τουρκική πολιτική ελίτ δε σημαίνει ταυτόχρονα και αποδοχή του. Αυτή η ουσιαστική διαφορά μεταξύ της τουρκικής εκδοχής της δυτικοποίησης και του δυτικού πολιτισμού αποκρυσταλλώνεται στη αντίθεση που υπάρχει μεταξύ του άκαμπτου Τουρκικού εθνικισμού που εμποδίζει τον εκδημοκρατισμό της χώρας και των δημοκρατικών θεσμών που έχει αναπτύξει η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Το χαρακτηριστικό αυτής της αλλαγής είναι ότι επιβλήθηκε με τρόπο αυταρχικό από μία ελίτ, τη κεμαλική, που μονοπωλούσε τον έλεγχο του κράτους. Η επιβολή έγινε από τα πάνω προς τα κάτω και χρησιμοποιήθηκε για να νομιμοποιήσει τον κεμαλισμό ως επίσημη ιδεολογία στην Τουρκία και την αυταρχική στρατογραφειοκρατική ελίτ, που έλαβε υπερ-ταξικό χαρακτήρα ως το μόνο φορέα και θεματοφύλακα των αρχών του κράτους. Στην ουσία, αυτή η ελίτ ουδέποτε υιοθέτησε τις δυτικές αξίες ως πολιτική πρακτική και η έννοια του δυτικού πολιτισμού παρέμεινε γι’αυτήν μία αφηρημένη έννοια. 

Στη Δύση, «δικαίωμα» δεν είναι κάτι που απλώς διάγει βίο φαντάσματος μέσα στα κεφάλια διανοουμένων ή που ευδοκιμεί στα χείλη προπαγανδιστών. Θεωρητικά, στην ουσία του δικαιώματος ανήκει εξ ορισμού η δυνατότητα να απαιτείται και να επιβάλλεται. Στην Τουρκία δεν απαιτείται απλώς επιβάλλεται άνωθεν και είναι κομμένο και ραμμένο σ’ ένα ιδεατό εθνικό τύπο σύμφωνα με την κεμαλική ιδεολογία. Γι’ αυτό και η απώλεια ανθρώπινης ζωής μέσα στα πλαίσια προάσπισης του κεμαλικού ιδεατού τύπου γίνεται για την Τουρκική πολιτική κουλτούρα ποίηση ανδρισμού και εθνικής υπερηφάνειας.   Διαβάστε περισσότερα...

Η ευκαιρία για μια νέα τάξη πραγμάτων




Του Henry Kissinger
Τέως Υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, (1973-77)
International Herald Tribune


Ενώ η νέα αμερικανική κυβέρνηση αναλαμβάνει τα καθήκοντά της, εν μέσω μιας σοβαρής οικονομικής και διεθνούς κρίσης, μπορεί να μοιάζει ανακριβής η άποψη ότι η χαώδης φύση του διεθνούς συστήματος προσφέρει μια μοναδική ευκαιρία για δημιουργική διπλωματία. Η ευκαιρία αυτή περιλαμβάνει μια αντίφαση. Από τη μία πλευρά, η οικονομική κατάρρευση αποτελεί μείζον πλήγμα για το κύρος των ΗΠΑ. Από την άλλη, το μέγεθος της καταστροφής καθιστά αδύνατον για τον υπόλοιπο κόσμο να συνεχίσει να κρύβεται πίσω από την αμερικανική κυριαρχία ή τις αμερικανικές αποτυχίες. Κάθε χώρα θα αναγκαστεί να εξετάσει τη δική της συμβολή στην κρίση. Καθεμία θα προσπαθήσει να ανεξαρτητοποιηθεί, στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, από τις συνθήκες που προκάλεσαν την κατάρρευση. 

Ακόμη και οι οικονομικά ανεπτυγμένες χώρες θα αντιμετωπίσουν μείωση των εσόδων τους. Καθεμιά θα αναγκαστεί να επαναπροσδιορίσει τις εθνικές της προτεραιότητες. Διεθνής τάξη θα προκύψει αν πάρει σάρκα και οστά ένα σύστημα συμβατών προτεραιοτήτων. Θα κατακερματιστεί καταστρεπτικά αν οι διάφορες προτεραιότητες δεν μπορέσουν να συμφιλιωθούν. Το ναδίρ του διεθνούς οικονομικού συστήματος συμπίπτει με ταυτόχρονες πολιτικές κρίσεις ανά την υφήλιο. Η οικονομική και οι πολιτικές κρίσεις σχετίζονται στην πραγματικότητα στενά, εν μέρει διότι στη διάρκεια της οικονομικής ευφορίας είχε ανοίξει ένα χάσμα ανάμεσα στην οικονομική και στην πολιτική οργάνωση του κόσμου. Ο οικονομικός κόσμος έχει παγκοσμιοποιηθεί. Οι θεσμοί του έχουν παγκόσμια εμβέλεια και λειτουργούν με κανόνες που προϋποθέτουν μια αυτορρυθμιζόμενη παγκόσμια αγορά. Η οικονομική κατάρρευση έφερε στο φως την αυταπάτη. Κατέστησε σαφή την έλλειψη παγκόσμιων θεσμών για να μετριάσουν το σοκ και να ανατρέψουν την τάση. Αναπόφευκτα, όταν το πληγέν κοινό στράφηκε προς τους πολιτικούς θεσμούς του, αυτοί άγονταν κυρίως από την εσωτερική πολιτική και δεν τους ένοιαζε η παγκόσμια τάξη. Κάθε μεγάλη χώρα προσπάθησε να λύσει τα άμεσα προβλήματά της μόνη της και να μεταθέσει την κοινή δράση για αργότερα. Αλλά η διεθνής τάξη δεν θα έρθει ούτε στον πολιτικό ούτε στον οικονομικό τομέα αν δεν προκύψουν γενικοί κανόνες προς τους οποίους να μπορούν να προσανατολίζονται οι χώρες. Τελικά, το πολιτικό και το οικονομικό σύστημα μπορούν να εναρμονιστούν μόνο με τον έναν από τους εξής δύο τρόπους: δημιουργώντας ένα διεθνές ρυθμιστικό σύστημα της ίδιας εμβέλειας όπως εκείνο του οικονομικού κόσμου ή συρρικνώνοντας τις οικονομικές μονάδες σε ένα μέγεθος το οποίο να μπορούν να διοικήσουν οι υπάρχουσες πολιτικές δομές, πράγμα που είναι πιθανό να οδηγήσει σε έναν νέο μερκαντιλισμό. Μια νέα παγκόσμια συμφωνία τύπου Μπρέτον Γουντς είναι μακράν η προτιμότερη εξέλιξη. 

Ο ρόλος της Αμερικής σε αυτό το εγχείρημα θα είναι καθοριστικός. Πρέπει όμως να αλλάξουμε την ηθικολογία που χαρακτήρισε πολλές αμερικανικές συμπεριφορές, ιδίως μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Εκείνο το γεγονός και η μετέπειτα περίοδος σχεδόν αδιάκοπης παγκόσμιας ανάπτυξης έκανε πολλούς να εξισώσουν την παγκόσμια τάξη με την αποδοχή των αμερικανικών σχεδίων. Το αποτέλεσμα ήταν μια σχετική εγγενής μονομέρεια- το μόνιμο παράπονο των ευρωπαίων επικριτών- ή ένα επίμονο είδος διαβουλεύσεων μέσω του οποίου οι χώρες καλούνταν να αποδείξουν την ικανότητά τους να εισέλθουν στο διεθνές σύστημα με το να συμμορφώνονται προς τις αμερικανικές επιταγές. 

Η εκπληκτική απήχηση που έχει ο νέος πρόεδρος στη φαντασία της ανθρωπότητας είναι ένα σημαντικό στοιχείο στη διαμόρφωση μιας νέας παγκόσμιας τάξης. Καθορίζει όμως μια ευκαιρία, όχι μια πολιτική. Η μεγάλη πρόκληση είναι να διαμορφωθεί η κοινή ανησυχία των περισσότερων χωρών και όλων των μεγαλύτερων όσον αφορά την οικονομική κρίση, μαζί με έναν κοινό φόβο για την τζιχαντική τρομοκρατία, σε μια στρατηγική που θα ενισχυθεί από τη συνειδητοποίηση ότι τα νέα ζητήματα- όπως η διάδοση των όπλων μαζικής καταστροφής, η ενέργεια και η κλιματική αλλαγή- δεν αφήνουν περιθώρια για εθνικές ή περιφερειακές λύσεις. 

Η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ δεν θα μπορούσε να κάνει χειρότερο λάθος από το να επαναπαυθεί στην αρχική της δημοτικότητα. Ο ρόλος της Κίνας σε μια νέα παγκόσμια τάξη είναι κρίσιμος. Μια σχέση που ξεκίνησε και από τις δύο πλευρές ως ένα κυρίως στρατηγικό σχέδιο για να περιοριστεί ένας κοινός εχθρός εξελίχθηκε με τις δεκαετίες σε έναν πυλώνα του διεθνούς συστήματος. Η Κίνα έκανε δυνατή την υπερβολική αμερικανική σπατάλη αγοράζοντας αμερικανικό χρέος. Η Αμερική βοήθησε στον εκσυγχρονισμό της κινεζικής οικονομίας ανοίγοντας τις αγορές της στα κινεζικά προϊόντα. Κάθε πλευρά του Ειρηνικού χρειάζεται τη συνεργασία της άλλης για να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης. Τώρα που η παγκόσμια οικονομική κατάρρευση έχει καταστρέψει τις κινεζικές εξαγωγικές αγορές, η Κίνα δίνει έμφαση στην ανάπτυξη της υποδομής και της εγχώριας κατανάλωσης. Δεν θα είναι εύκολο να αλλάξει γρήγορα ταχύτητα και το ποσοστό ανάπτυξης της Κίνας μπορεί να πέσει προσωρινά κάτω του 7,5%, το οποίο οι κινέζοι ειδικοί καθορίζουν ως τη λεπτή γραμμή που θα αποτελέσει πρόκληση για την πολιτική σταθερότητα. 

Το τι είδους παγκόσμια οικονομική τάξη θα προκύψει θα εξαρτηθεί σημαντικά από το πώς η Κίνα και η Αμερική θα χειριστούν η μία την άλλη τα επόμενα χρόνια. Μια απογοητευμένη Κίνα μπορεί να επανεξετάσει μια αποκλειστικά περιφερειακή ασιατική δομή, για την οποία ήδη υπάρχει ο πυρήνας στο «ΑSΕΑΝ συν Τρεις». Την ίδια στιγμή, αν αυξηθεί ο προστατευτισμός στην Αμερική ή αν η Κίνα θεωρηθεί ως μακροχρόνιος αντίπαλος, μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία μπορεί να πλήξει τις προοπτικές της παγκόσμιας τάξης. Μια τέτοια επιστροφή στον μερκαντιλισμό και στη διπλωματία του 19ου αιώνα θα χωρίσει τον κόσμο σε ανταγωνιστικές περιφερειακές μονάδες, με επικίνδυνες μακροχρόνιες συνέπειες. 

The New York Times Syndicate Διαβάστε περισσότερα...

Πέμπτη 29 Ιανουαρίου 2009

Δηλώσεις Πέτερινκγ για την Τουρκία




CNN Türk
(27/1/2009)


Ο Πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Hans-Gert Pöttering, σύμφωνα με είδηση του επίσημου πρακτορείου ειδήσεων της Ισπανίας EFE, ο οποίος έλαβε μέρος σε διάσκεψη στη Βαρκελώνη, απαντώντας σε ερώτηση σχετικά με την ένταξη της Τουρκίας στην Ε.Ε., είπε: «Η δική μου προσωπική άποψη, αντίθετα με την άποψη της πλειοψηφίας του Ευρωκοινοβουλίου, που υποστηρίζει ότι η Τουρκία θα πρέπει να είναι μέλος της Ε.Ε., είναι ότι θα πρέπει η Ε.Ε. να έχει προνομιακή εταιρική σχέση με τη χώρα αυτή». Ο Pöttering επεσήμανε ότι η Ε.Ε. πρέπει να είναι σε πλήρη ενότητα έναντι της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης. Διαβάστε περισσότερα...

Οι πολιτικές σκιές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων


Ο λόγος περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων πέρασε στο επίκεντρο του πολιτικού λεξιλογίου των τελευταίων δύο δεκαετιών. Ένας αισιόδοξος παρατηρητής θα μπορούσε ν' αντλήσει από δω το συμπέρασμα ότι η πολιτική, μετά από τις πικρές εμπειρίες του αιώνα, αναλαμβάνει τώρα το έργο να διαπλάσει τον κόσμο σύμφωνα με ηθικές αρχές. Ωστόσο, πολλές φορές στο ιστορικό παρελθόν, όποτε συνεργούσαν η ηθική και η πολιτική, η πρώτη υποτασσόταν στη λογική της δεύτερης — και επί πλέον οι λόγοι για την επιστράτευση της ηθικής ήσαν πρωταρχικά πολιτικοί. Το ίδιο έγινε και στο πρόσφατο παρελθόν, και αυτό μας δίνει τι δικαίωμα να υπογραμμίσουμε ορισμένες πολιτικές απόψεις και συνέπειες της προβληματικής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Ό οικουμενισμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων χρησιμοποιήθηκε στην εποχή του Ψυχρού Πολέμου από την πλευρά της Δύσης ως πολιτικό όπλο εναντίον του κομμουνισμού — όχι δίχως μακροπρόθεσμα αποτελέσματα. Όμως ο πολιτικός του ρόλος διόλου δεν εξαντλήθηκε με την κατάρρευση του ανατολικού στρατοπέδου• μάλλον το αντίθετο πρέπει να αναμένεται. Γιατί στο μεταξύ έχει αναπτύξει τη δική του λογική και δυναμική, ενώ παράλληλα πολλές πλευρές έχουν ζωτικό συμφέρον να τον επικαλούνται. Όχι μόνον οι νικητές του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου εναντίον του φασισμού, ούτε μονάχα η Δύση εναντίον του κομμουνισμού: και οι πολυάριθμοι λαοί, πού χάρη στην αποσύνθεση της αποικιοκρατίας απέκτησαν την ανεξαρτησία τους, οικειοποιήθηκαν τη γλώσσα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων προκειμένου να θεμελιώσουν με έσχατα επιχειρήματα την αξίωσή τους για ισοτιμία στο πλαίσιο της διαμορφούμενης παγκόσμιας κοινωνίας. Έτσι τα ανθρώπινα δικαιώματα έγιναν η lingua franca, ο μεγάλος ιδεολογικός κοινός παρονομαστής αυτής της παγκόσμιας κοινωνίας — και ακριβώς η οικουμενική ομολογία πίστεως στην ονομαστική τους αξία κάνει τόσο περίπλοκη τη συγκεκριμένη τους ερμηνεία και εφαρμογή. Αν η εξοικουμενίκευση της ηθικής και των δικαιωμάτων συναρτάται με τη γένεση μιας παγκόσμιας κοινωνίας, τότε θα τη σημαδέψουν οι αντιφάσεις και οι εντάσεις, οι οποίες βαρύνουν κατά τρόπο δραματικό τη σημερινή παγκόσμια κοινωνία. Η παγκόσμια αναγνώριση των αρχών των ανθρωπίνων δικαιωμάτων δεν θα αποτελέσει λοιπόν το θεμέλιο της παγκόσμιας ηθικής συνεννόησης, παρά μάλλον το κοινό πεδίο μάχης, πάνω στο οποίο κάθε πλευρά θα αγωνίζεται για την επικράτηση της δικής της ερμηνείας αυτών των αρχών και εναντίον όλων των άλλων ερμηνειών. Πρέπει να επισημάνουμε εμφατικά ότι αυταπατάται όποιος, τυχόν πιστεύει πως η ονομαστική αξία των ιδεών μπορεί να εμποδίσει την πολεμική τους χρήση. Αν ήταν έτσι, τότε δεν θα είχαν γίνει ποτέ πόλεμοι ανάμεσα σε έθνη πού όλα τους ενστερνίζονταν ειλικρινά τη θρησκεία της αγάπης.
Η δυνατότητα μετατροπής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σ' ένα νέο πεδίο έντασης συνάπτεται μ' ένα κεφαλαιώδες γεγονός, το οποίο όμως ελάχιστα γίνεται αντιληπτό, γιατί όλες οι πλευρές ταυτίζουν αυθόρμητα τους δικούς τους σκοπούς με τους σκοπούς ολόκληρης της ανθρωπότητας. Πρόκειται για το γεγονός ότι με δεδομένη τη σημερινή συγκρότηση της παγκόσμιας κοινωνίας δεν μπορεί να γίνεται λόγος για ανθρώπινα δικαιώματα stricto sensu. Εδώ δεν εννοούμε τις «παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων» σε πάρα πολλές χώρες, παρά αναφερόμαστε στην ίδια την ουσία του πράγματος. Ανθρώπινα δικαιώματα, δηλ. δικαιώματα πού οι άνθρωποι κατέχουν απλώς και μόνον επειδή κατέχουν την ανθρώπινη ιδιότητα, έχουν χειροπιαστή έννοια και υπόσταση μονάχα αν μπορούν να τα απολαύσουν πάνω σ' ολόκληρη τη γη, και μάλιστα στον τόπο της ελεύθερης επιλογής τους και δίχως περιορισμούς, όλοι οι άνθρωποι, μόνο και μόνο χάρη στο γεγονός ότι είναι άνθρωποι, ανεξάρτητα από την προέλευσή τους ή από άλλες προϋποθέσεις. "Όσο αυτό δεν συμβαίνει, όσο δηλ. ο Κινέζος δεν έχει τα ίδια δικαιώματα στις Ηνωμένες Πολιτείες όπως ο Αμερικανός, ούτε ο Αλβανός τα ίδια δικαιώματα στην Ιταλία όπως ο Ιταλός, θα μπορούμε, αν δεν θέλουμε να διαστρεβλώσουμε την έννοια των λέξεων, να μιλάμε μονάχα για πολιτικά δικαιώματα, όχι όμως για ανθρώπινα. Αυτό πού σήμερα ονομάζεται κατ' ευφημισμόν «ανθρώπινα δικαιώματα» το παρέχει πάντοτε μια κρατικά οργανωμένη πολιτική μονάδα σε όσους διαθέ¬τουν την αντίστοιχη υπηκοότητα, και η ισχύς του μπορεί να διασφαλισθεί με εγγυήσεις μονάχα στο εσωτερικό της εκάστοτε επικράτειας. Κανένα κράτος δεν μπορεί να εγγυηθεί ότι δι¬καιώματα, τα όποια θεωρούνται ως ανθρώπινα δικαιώματα κατ' εξοχήν, όπως λ. χ. το δικαίωμα της σωματικής ακεραιότητας ή της ελευθερίας του λόγου, μπορούν να ασκούνται έξω
από τα δικά του σύνορα. Και αντίστροφα: κανένα κράτος δεν μπορεί, χωρίς να αυτοδιαλυθεί, να δώσει σε όλους ανεξαίρετα τους ανθρώπους ορισμένα δικαιώματα, τα οποία συνήθως λογί¬ζονται ως πολιτικά δικαιώματα, όπως είναι το εκλογικό δικαίωμα ή το δικαίωμα της μόνιμης εγκατάστασης. Με άλλα λόγια: δεν είναι δυνατό να κατέχουν όλοι οι άνθρωποι ως άνθρωποι όλα τα δικαιώματα (είτε αυτά λέγονται στην τρέχουσα ορολογία ανθρώπινα είτε λέγονται πολιτικά δικαιώματα) ανεξάρτητα από το που βρίσκονται. Δικαιώματα, τα οποία τα δίνει και τα εγγυάται το κράτος και ισχύουν υπό την επιφύλαξη της ύπαρξης ενός κυρίαρχου κράτους, θα ήταν δυνατό να χαρακτηρισθούν ως ανθρώπινα δικαιώματα μονάχα αν το κράτος αυτό αναγνώριζε την ιδιότητα του ανθρώπου αποκλειστικά στους υπηκόους του. Αλλά ακόμα κι αν το έκανε αυτό, πάλι δεν θα είχε καταφέρει να αναγνωρίζονται οι δικοί του υπήκοοι σε άλλες χώρες ως απόλυτα, ισότιμοι πολίτες και ως κάτοχοι οικουμενικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ανθρώπινα δικαιώματα ως ανθρώπινα δικαιώματα θα μπορούσε να δώσει μονάχα η ανθρωπότητα ως συντεταγμένο και ενιαίο πολιτικό υποκείμενο. Μο¬νάχα το τέλος του κυρίαρχου κράτους σε όλες τις γνωστές σήμερα μορφές του θα εγκαινίαζε την εποχή των πραγματικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Ο οικουμενισμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ορμήθηκε βέβαια από τις πλούσιες χώρες της Δύσης και πρωτοχρησιμοποιήθηκε απ' αυτές ως πολιτικό εργαλείο, όμως βρίσκει προοδευτικά ευμενή αποδοχή και συνηγόρους στις φτωχές χώρες της Ανατολής και του Νότου, οι οποίες, όπως είναι ευνόητο, τον βλέπουν ως ευπρόσδεκτο μέσο προκειμένου να προβάλλουν τις αξιώσεις τους ως προς την κατανομή του παγκόσμιου πλούτου και των παγκόσμιων πόρων. Βέβαια, βρίσκονται σε ένα δίλημμα, γιατί nolentes ή volentes δεν είναι σε θέση να πραγματώσουν (πλήρως) στο εσωτερικό τους τις αρχές εκείνες, από την εφαρμογή των οποίων σε διεθνές επίπεδο προσδοκούν την αισθητή βελτίωση της θέσης τους ως εθνών και κρατών. Aπό τη διελκυστίνδα αυτή τους βοηθεί κάποτε να βγουν η διαδεδομένη και στη Δύση αντίληψη, ότι μόνον η βελτίωση της υλικής τους θέσης θα καταστήσει δυνατή την ηθικοποίηση της εσωτερικής κοινωνικοπολιτικής τους ζωής. Πρέπει να αναμένεται ότι από ενδεχόμενες προόδους προς αυτή την κατεύθυνση θα αντλήσουν το δικαίωμα μεγαλύτερης βοήθειας από μέρους της Δύσης. Έτσι ή αλλιώς, η Δύση θα βρεθεί κάτω από ηθική και πολιτική πίεση, από την οποία δεν θα μπορέσει να απαλλαγεί εύκολα. Όποιος θέλει να εξηγήσει τη χρεοκοπία του υπαρκτού σοσιαλισμού με τον ισχυρισμό ότι αυτός δεν μπόρεσε να πραγματώσει ούτε τις εσχατολογικές ούτε τις άμεσες (υλικές) επαγγελίες του, πρέπει και να σκεφθεί στα σοβαρά το ενδεχόμενο, ότι τα έθνη πού θέλουν να ακολουθήσουν τον δρόμο της Δύσης, αλλά δεν θα μπορέσουν να το κάμουν, μέσα στην απογοήτευσή τους θα στραφούν τελικά εναντίον της Δύσης και συνάμα εναντίον της οικουμενιστικής ηθικής της. Γιατί θα είναι διατεθειμένα να ερμηνεύσουν την αποτυχία τους ως προδοσία της χορτάτης και εγωιστικής Δύσης προς τις ίδιες της τις αρχές. Στις προσδοκίες πού έχει ξυπνήσει η Δύση με την παγκόσμια εξαγωγή του ηθικού της οικουμενισμού λανθάνει ένα εκρηκτικό δυναμικό. Η νίκη των ιδεών της δεν ανακούφισε τη Δύση, αλλά απεναντίας τη φόρτωσε με καθήκοντα και υποθήκες, κάτω απ' την πίεση των οποίων θα μπορούσε η ίδια να αλλάξει εκ βάθρων.
Η πίεση αυτή θα αυξάνεται αναγκαστικά στον βαθμό πού τα οικουμενικά ανθρώπινα δικαιώματα θα ερμηνεύονται υλικά, οπότε mutatis mutandis θα επαναληφθεί ό,τι έγινε για πρώτη φορά στον 19ο αιώνα, όταν οι σοσιαλιστές απαίτησαν την υλική ερμηνεία και πραγμάτωση των τυπικών ελευθεριών και δικαιωμάτων πού διακήρυξε η αστική τάξη. Η χριστιανική αντίληψη για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια αρχικά δεν συνδεόταν με την ιδέα ενός υλικού ελάχιστου επιπέδου διαβίωσης, ό,τι κι αν λένε σχετικά οι «προοδευτικοί» θεολόγοι. Σύμφωνα όμως με τη σημερινή αντίληψη, το ελάχιστο επίπεδο της ανθρώπινης αξιοπρέπειας και το ελάχιστο καταναλωτικό επίπεδο είναι αδιαχώριστα• όποιος πεθαίνει της πείνας είναι απλώς άνθρωπος δίχως ουσιαστικά δικαιώματα και όχι λ.χ. κάποιος στον οποίο η θεοθέλητη υλική στέρηση δίνει την ευκαιρία να απαλλαγεί εντελώς από τη μέριμνα των υλικών αγαθών. Αν τώρα τα ανθρώπινα δικαιώματα ερμηνευθούν υλικά και συνδεθούν με καταναλωτικές απαιτήσεις, τότε θα πρέπει να έρθουν σε σύγκρουση με την υφιστάμενη σε παγκόσμιο επίπεδο σπάνη των αγαθών, δηλ. θα μεταβληθούν αναγκαστικά σε όπλα μέσα στον αγώνα κατανομής των περιορισμένων αγαθών. Όποιος ανήκει σ' ένα πλούσιο έθνος και συνάμα υπερασπίζει τη συνεπή τήρηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων θα πρέπει να μοιρασθεί τα δικά του ανθρώπινα δικαιώματα με άλλους, άγνωστους ανθρώπους, και απ' αυτό θα γεννηθεί σίγουρα μια αντιπαράθεση, κατά την οποία θα έρθουν αντιμέτωπα τα ανθρώπινα δικαιώματα των μεν με τα ανθρώπινα δικαιώματα των δε.
Εν πάση περιπτώσει πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι όσο περισσότεροι άνθρωποι επικαλούνται τα ανθρώπινα δικαιώματα τόσο ευρύτερη θα γίνεται η ερμηνεία τους. Αυτό σημαίνει με άλλα λόγια ότι όλο και περισσότεροι άνθρωποι θα απαιτούν όλο και περισσότερα υλικά και πνευματικά αγαθά, πιστεύοντας ότι τους ανήκουν δικαιωματικά. Στο φως αυτής της ακαταμάχητης διαπίστωσης πρέπει να συμφιλιωθούμε με την προοπτική ότι στο μέλλον θα αλλάξει η λειτουργία και η έννοια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τα ανθρώπινα δικαιώματα, αν μάλιστα ερμηνεύονται υλικά, δεν μπορούν να σημαίνουν το ίδιο πράγμα ανεξάρτητα από το αν την κατοχή και την ενεργό τους άσκηση την απαιτούν ταυτόχρονα και εξ ολοκλήρου δύο, πέντε ή δέκα δισεκατομμύρια άνθρωποι. Τι θα υπαγορεύσει η «αρχή της ευθύνης» μετά τον νέο διπλασιασμό του παγκόσμιου πληθυσμού σε λίγες δεκαετίες, αυτό κανείς δεν μπορεί να το ξέρει σήμερα με βεβαιότητα (πρβλ. κεφ. Ι, 5). Ως προαίσθηση μελ¬λοντικών τριβών και ως προληπτική προσπάθεια να κρατηθεί ανοιχτή κάποια βαλβίδα ασφαλείας πρέπει πάντως να ερμηνευθεί το γεγονός, ότι οι επιταγές της οικουμενικής ηθικής και ιδιαίτερα τα ανθρώπινα δικαιώματα εξακολουθούν να εφαρμόζονται με την επιφύλαξη των δικαιωμάτων της κρατικής κυρι-αρχίας. Ακόμα και κράτη πού αναγνωρίζουν πλήρως τα ανθρώπινα δικαιώματα και τα εγγυούνται μέσα στα όρια της επικρατείας τους επιφυλάσσουν στον εαυτό τους το δικαίωμα να τα αρνηθούν σε ξένους• ήδη οι αρχαίες δημοκρατίες προστάτευαν άγρυπνα την έντονη διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στους δικούς τους πολίτες και στους ξένους. Η διακήρυξη των ανθρωπίνων δικαιωμάτων συνδέεται λοιπόν σήμερα —και στο μέλλον θα συνδεθεί ακόμα στενότερα— με την κάποτε απερίφραστη επιθυμία να καθήσει ο φίλτατος συνάνθρωπος στον τό¬πο του και να χαρεί εκεί την ανθρώπινη αξιοπρέπειά του. Μια απεριόριστη εφαρμογή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δηλ. μια συνεπής και νομικά διασφαλισμένη αναγωγή των ανθρώπων στην ανθρώπινη ιδιότητά τους και μόνο, χωρίς να λαμβάνεται καθόλου υπ' όψιν η εθνικότητα και η υπηκοότητα, θα συνεπέφερε αυτόματα την κατάργηση του κυρίαρχου κράτους και όλων των φραγμών στην ελευθερία κινήσεως και εγκαταστάσεως — ένας αληθινός εφιάλτης για τους κοινοτικούς Ευρωπαίους και τους Βορειοαμερικανούς. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι υπέρμαχοι της οικουμενικής ηθικής, οι οποίοι παρουσιάζονται εξαιρετικά εύγλωττοι όταν πρόκειται για διακηρύξεις αρχών και για πρακτικά μη δεσμευτικές θεωρητικές τριχοτομίες, ίσαμε τώρα δεν μας έχουν πει τίποτε για τις συγκεκριμένες συνέπειες μιας απαρέγκλιτης εφαρμογής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (δηλ. των δικαιωμάτων του ανθρώπου ως ανθρώπου και μόνο) σε πλανητικό επίπεδο.
Εφ' όσον η Δύση μπορεί να εφαρμόσει τα ανθρώπινα δικαιώματα μονάχα με την επιφύλαξη της κρατικής κυριαρχίας, εμπλέκεται σε μιαν αντίφαση, η οποία, καθώς είναι ευνόητο, φαίνεται ακόμα πιο κραυγαλέα και αφόρητη σε όσους χτυπούν την πόρτα της. Η αντίφαση τούτη θα βάθαινε ακόμα περισσότερο αν η Δύση έμπαινε στον πειρασμό να επιβάλει τα ανθρώπινα δικαιώματα (διάβαζε: τα δικαιώματα πού ισχύουν για τους πολίτες της Δύσης) με πολιτικές ή και στρατιωτικές επεμβάσεις σε άλλα μέρη του κόσμου. Γιατί τέτοιες επεμβάσεις θα γίνονταν κατ' ανάγκην επιλεκτικά (μια εκστρατεία εναντίον της
 
Κίνας λ.χ. θα ήταν αδιανόητη) και έτσι γρήγορα θα καταντούσαν αναξιόπιστες• θα έπρεπε μάλιστα να αναμένεται ότι φανατισμένες μάζες σε χώρες όπως π.χ. το Ιράν θα πρόβαλαν το σύνθημα «Κάτω τα ανθρώπινα δικαιώματα!» ακριβώς με την ίδια έννοια πού οι Ισπανοί μαχητές εναντίον του Ναπολέοντα φώναζαν μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα «Κάτω η ελευθερία!». Πέρα απ' αυτό, μακροπρόθεσμα δεν είναι δυνατό να παραβιάζει κανείς την κρατική κυριαρχία των άλλων στο όνομα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ συνάμα περιχαρακώνει τη δική του κρατική κυριαρχία ενάντια σε ό,τι άλλοι θε-ωρούν ως τα δικά τους ανθρώπινα δικαιώματα. Με άλλα λόγια, η Δύση θα εξαναγκασθεί να αντισταθμίσει την επιβολή των τυπικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε άλλες χώρες με παραχωρήσεις προς την υλική ερμηνεία των ίδιων αυτών ανθρωπίνων δικαιωμάτων — και να πληρώσει για το αντιστάθμισμα τούτο. Κοντολογής, το πρώτο καθήκον του απελευθερωτή θα είναι να θρέψει τους απελευθερωμένους.
Υπάρχει ένας ακόμη βαθύτερος λόγος, για τον όποιο οι εντάσεις στο ανθρώπινο σύμπαν πιθανότατα θα αυξηθούν — και μάλιστα όχι παρά τη διάδοση των αρχών της οικουμενικής ηθικής αλλά παράλληλα μ' αυτήν. Η ηθικά-κανονιστικά φορτισμένη λέξη «άνθρωπος» λειτουργούσε γλωσσικά ως τιμητικό επίθετο όσο την αντιπαρέθετε κανείς σε άλλα επίθετα, τα ό¬ποια φαίνονταν απλώς να υποδηλώνουν ιστορικά προσδιορισμένους, καταργήσιμους και καταργητέους διαχωρισμούς μεταξύ των ανθρώπων• στη γλώσσα του ηθικού οικουμενισμού «άνθρωπος» σήμαινε πάντοτε κάτι ευγενέστερο και υψηλότερο σε σύγκριση με λέξεις όπως Ιουδαίος και Έλλην, χριστιανός και εθνικός, λευκός ή μαύρος, κομμουνιστής ή φιλελεύθερος. Από τη στιγμή όμως πού θα εκλείψουν όλες οι μερικές έννοιες, όσες έχουν κατά καιρούς αντιπαρατεθεί στην καθολική έννοια «άνθρωπος», η λέξη «άνθρωπος» δεν θα αποτελεί πια επίθετο, δηλ. δεν θα υποδηλώνει πια κάποια ανώτερη ιδιότητα, παρά θα μετατραπεί σ' ένα ουσιαστικό πού θα κατονομάζει απλώς ένα ορισμένο ζωικό είδος. Οι άνθρωποι θα αποκαλούνται όλοι «άνθρωποι», ακριβώς όπως τα λιοντάρια λέγονται λιοντάρια και τα ποντίκια-ποντίκια χωρίς άλλον εθνικό ή ιδεολογικό διαφορι-σμό. Ίσως να φαίνεται παράδοξο, όμως είναι αλήθεια ότι ο άνθρωπος ξεχώρισε από όλα τα άλλα ζωικά είδη ακριβώς επειδή δεν ήταν άνθρωπος και μόνο, χωρίς κανένα άλλο κατηγόρημα. Όχι μόνο γεννήθηκε ο πολιτισμός χάρη στην υπέρβαση της γυμνής ανθρώπινης ιδιότητας και στη βαθμιαία απόκτηση ι¬στορικά προσδιορισμένων κατηγορημάτων, αλλά επίσης οι αντιθέσεις και οι αγώνες ανάμεσα στους ανθρώπους προσέλαβαν, χάρη ακριβώς στην παρουσία και στην επήρεια των κατηγορημάτων αυτών, συναισθηματικές και ιδεολογικές διαστάσεις πού πήγαιναν πολύ παραπέρα από τον κόσμο του ζώου. Γι' αυτό και δεν αποκλείεται ότι η συρρίκνωση του ανθρώπου στην ανθρώπινη ιδιότητά του και μόνο θα εγκαινιάσει και θα συνοδεύσει μιαν εποχή, όπου οι άνθρωποι θα είναι αναγκασμένοι να πολεμήσουν για αγαθά απολύτως απαραίτητα για τη στοιχειώδη επιβίωση του ζωικού είδους «άνθρωπος» — στη χειρότερη περίπτωση για αέρα και νερό. Σύμφωνα με ένα γνωστό παράδοξο της ιστορικής δραστηριότητας των ανθρώπων, η επιβολή της οικουμενικής ηθικής θα γεννήσει τότε συνέπειες ολότελα διαφορετικές από τις επιθυμούμενες.
Ίσως περιττεύει να διευκρινίσουμε κλείνοντας ότι οι σκέψεις αυτές δεν σημαίνουν πώς ο οικουμενισμός των ανθρωπίνων δι¬καιωμάτων φταίει για όλα τα κακά ή πώς η υιοθέτηση ενός ηθικού σχετικισμού θα ήταν η κατάλληλη λύση για τις μεγάλες απορίες της πλανητικής μας ιστορίας. Τα πράγματα παίρνουν τον δρόμο τους, και ο δρόμος αυτός καθορίζεται από ιδέες —με την έννοια αυτοτελών δυνάμεων πού παρεμβαίνουν από τα έξω σ' ένα γίγνεσθαι κι είναι ικανές να το κατευθύνουν—πολύ λιγότερο απ' όσο θέλουν να πιστεύουν (ή όσο θέλουν να κάμουν τους άλλους να πιστέψουν) οι παραγωγοί και οι καταναλωτές ιδεών. Ωστόσο η συντελούμενη επικράτηση του οικουμενισμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων παραμένει ενδεικτική για ουσιώδεις πολιτικές εξελίξεις — και καλύτερα να σκέφτεται κανείς πάνω στις εξελίξεις αυτές παρά να μη σκέφτεται.

Παναγιώτη Κονδύλη, από το ΠΛΑΝΗΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΨΥΧΡΟ ΠΟΛΕΜΟ (Εκδ. Θεμέλιο, 1992), κεφ. V. ΠΛΑΝΗΤΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΗ ΗΘΙΚΗ  Διαβάστε περισσότερα...

Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2009

Επίσκεψη στο Γκουντανάμο προγραμματίζει η ΕΕ

Του Matthias Gebauer
Der Spiegel

Αναποφάσιστη εξακολουθεί να είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση ως προς την αποδοχή στο έδαφος της κρατουμένων από την Αμερικανική στρατιωτική βάση του Γκουαντανάμο. Οι Υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ, συζήτησαν το θέμα πρόσφατα σε συνεδρία στις Βρυξέλλες, χωρίς ωστόσο να καταλήξουν σε απόφαση. Η Γερμανία, η Γαλλία και ορισμένες άλλες χώρες, δεν έχουν αποκλείσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Μετά την συνεδρία, η Αυστρία, ήταν η μοναδική χώρα που εξέφρασε την απόλυτη διαφωνία της σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ενώ οι υπόλοιπες χώρες διατύπωσαν την θέση ότι θα αναμένουν την υποβολή επίσημου αιτήματος από τις Ηνωμένες Πολιτείες.

Ο Υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Φρανκ Βάλτερ Στάινμαγιερ, του αριστερίζοντος κόμματος των Σοσιαλδημοκρατών, υπεραμύνθηκε της θέσης για βοήθεια της Ουάσιγκτον. «Μπορούμε να το πράξουμε ακόμη και χωρίς την φιλοξενία κρατουμένων» δήλωσε ο Στάινμαγιερ, ο οποίος θα είναι υποψήφιος του κόμματος του για την Καγκελαρία, στις εκλογές που θα διεξαχθούν αργότερα αυτό τον χρόνο. Την ίδια στιγμή ανέφερε ότι η απόφαση για υποβοήθηση των προσπαθειών της Ουάσιγκτον να κλείσει το στρατόπεδο, «είναι θέμα αξιοπιστίας». Την θέση του υποστήριξαν Γερμανού υπουργού Λουξεμβούργο και η Φινλανδία.

Ενωρίτερα, ο επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ Χαβιέ Σολάνα, είχε εκφράσει υποστήριξη στην πρόταση για αποδοχή πρώην κρατουμένων. «Αυτό είναι εσωτερικό πρόβλημα της Αμερικής, αλλά αν χρειαστεί, είμαστε έτοιμοι να βοηθήσουμε», προσθέτοντας ότι εναπόκειται στην κάθε χώρα-μέλος να αποφασίσει, αν και εξέφρασε την άποψη ότι η απάντηση θα είναι τελικά θετική.

Κάθε περίπτωση ξεχωριστά

Οι Γάλλοι, έχουν ήδη προχωρήσει ένα βήμα πιο μπροστά. Το Παρίσι υπέβαλε συγκεκριμένη πρόταση για την αποδοχή πρώην κρατουμένων. Σε πρώτο στάδιο, η πρόταση προνοεί την εξέταση ξεχωριστά, κάθε περίπτωσης κρατουμένου αλλά και την προσέγγιση από τα κράτη-μέλη. Επί τάπητος τίθεται η αποδοχή 60 κρατουμένων, οι οποίοι θα αφεθούν ελεύθεροι, αφού κρίθηκαν αθώοι από τον Αμερικανικό στρατό.

Σε δεύτερο στάδιο, ειδική επιτροπή της ΕΕ θα διενεργήσει ενδελεχή έρευνα για κάθε περίπτωση κρατουμένου ξεχωριστά. Ειδικοί από τις μυστικές υπηρεσίες και τις υπηρεσίες ασφαλείας σε κάθε χώρα-μέλος, θα εξετάσουν τα αμερικανικά έγγραφα, και θα συγκρίνουν τα στοιχεία με τα δικά τους, ώστε να καταλήξουν στο συμπέρασμα αν ο υπό αποδοχή κρατούμενος συνιστά απειλή για την ασφάλεια. Μόνο τότε θα ληφθεί απόφαση για την αποδοχή κρατουμένου και ποια χώρα θα τον δεχθεί.

Η πρόταση αυτή θεωρητικά κρίνεται ικανοποιητική, εντούτοις εκφράζονται αμφιβολίες κατά πόσον μπορεί να εφαρμοστεί. Αρκετοί Αμερικανοί αξιωματούχοι που υπηρέτησαν στο Γκουαντανάμο, δήλωσαν ότι η αρχειοθέτηση είναι ιδιαίτερα ανεπαρκής και καθόλου υποβοηθητική. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις, τα αρχεία δεν περιέχουν τίποτα άλλο εκτός από σκόρπιες σημειώσεις. Αυτό θα καταστήσει αδύνατο το έργο των Ευρωπαίων εμπειρογνωμόνων να καταλήξουν σε ασφαλή και εμπεριστατωμένα συμπεράσματα.

Μία πρώτη ένδειξη για το τι θα πρέπει να αναμένουν οι Ευρωπαίοι ειδικοί από τους αρμοδίους του Γκουαντανάμο, αποτελούν οι φάκελοι που αποδεσμεύθηκαν και στους οποίους υπάρχουν στοιχεία για εκατοντάδες κρατούμενους. Στην πλειοψηφία τους, οι φάκελοι αποτελούνται από μία σελίδα, με αρκετές χειρόγραφες σημειώσεις, αρκετές από τις οποίες έχουν διαγραφεί. Το χειρότερο είναι ωστόσο το γεγονός ότι δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί ποια Αμερικανική υπηρεσία έδωσε πρώτη τα στοιχεία.

Όσοι γίνουν αποδεκτοί, θα διακινούνται ελεύθερα

Η πρόταση που κατατέθηκε από την Γαλλία, αναμένεται ότι θα διασκεδάσει τις ανησυχίες που εκφράζονται από πλευράς Γερμανίας, και ειδικά από τον Υπουργό Εσωτερικών Βόλφγκαγκ Σιάουπλε, του συντηρητικού Χριστιανοδημοκρατικού κόμματος. Ενώ αρχικά είχε υιοθετήσει μια εξαιρετικά σκληρή στάση, ο Σιάουπλε δεν αντιτίθεται πλέον στην παροχή βοήθειας προς τις Ηνωμένες Πολιτείες, αν το ζητήσουν επίσημα. Εμμένει ωστόσο στο ότι κάθε περίπτωση κρατουμένου θα πρέπει να εξεταστεί σχολαστικά – κάτι που περιέχεται σαφώς στην Γαλλική πρόταση.

Την ίδια στιγμή, η πρόταση υπογραμμίζει και την διχογνωμία που επικρατεί στους κόλπους της ΕΕ. Ενώ οι περισσότερες χώρες συζητούν το θέμα σε θεωρητικό επίπεδο, παραγνωρίζοντας πολλές φορές τα ίδια τα γεγονότα, η Γαλλία έχει καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις. Γάλλοι και Γερμανοί αντιλήφθηκαν ενδεχομένως γρηγορότερα από άλλες χώρες-μέλη την σημασία επίδειξης ειλικρινούς βούλησης για συνεργασία με την νέα Αμερικανική κυβέρνηση, αντί να εμπλακούν στις εσωτερικές έριδες.

Ωστόσο μία ευρεία και συντονισμένη προσέγγιση στο θέμα είναι αναγκαία, επειδή οι ρυθμίσεις περί διακίνησης, καθιστούν αδύνατο για κάθε χώρα να αντιμετωπίσει το ζήτημα από μόνη της. Οι αποφυλακισθέντες κρατούμενοι, στους οποίους θα παραχωρηθεί καθεστώς πρόσφυγα από τις χώρες που θα τους δεχθούν, θα έχουν το δικαίωμα να διακινούνται ελεύθερα και χωρίς έλεγχο στις χώρες της ζώνης του Σιέγκεν, και με βάση την οποία δεν υπάρχουν μεθοριακοί σταθμοί ελέγχου μεταξύ των χωρών που την έχουν υιοθετήσει. Ακόμη και αν ορισμένες χώρες-μέλη δεν αποδεχθούν κρατουμένους από την βάση Γκουαντανάμο, εντούτοις αυτοί δεν έχουν αντιμετωπίσουν πρόβλημα να διακινούνται σε αυτές τις χώρες (εκτός από τα πέντε κράτη-μέλη που δεν έχουν ακόμη εφαρμόσει την Συνθήκη).

Αυτό εξηγά και το γιατί η Γαλλία εμμένει πεισματικά στην πρόταση της. Ακόμη και πριν από την Σύνοδο Κορυφής επί Γαλλικής προεδρίας, το Παρίσι ασκούσε πιέσεις για αντιμετώπιση του προβλήματος, αντί της συνέχισης της συζήτησης. «Θα πρέπει να γνωρίζουμε για ποιους ανθρώπους συζητάμε» δήλωσε ένας Ευρωπαίος διπλωμάτης.

Είναι για αυτόν ακριβώς τον λόγο που ο Επίτροπος για Δικαιοσύνη, Ελευθερία και Ασφάλεια Ζακ Μπαρό ως επίσης και ο συντονιστής της Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, Γκιλ ντε Κερτσκόβε, προγραμματίζουν να επισκεφθούν την βάση του Γκουαντανάμο για συνομιλίες με στρατιωτικούς αξιωματούχους. Διαβάστε περισσότερα...

Αιγαίο: H μακροχρόνια διαμάχη και ο ρόλος των Αμερικάνων


Η διαμάχη για το Αιγαίο στην πραγματικότητα αρχίζει την πέμπτη δεκαετία του περασμένου αιώνα, όταν οι Ελληνοκύπριοι προσπάθησαν για πρώτη φορά να ενωθούν με τη μητέρα πατρίδα. Ήταν, όμως, μια προσπάθεια την οποία δεν ενέκρινε η ελλαδική πολιτική ηγεσία… Η αντίδραση της Βρετανίας, που ασφαλώς δεν επιθυμούσε μια τέτοια εξέλιξη, θα έφερνε σε σύγκρουση την Ελλάδα με την Αγγλία, και γενικότερα με τα συμφέροντα του δυτικού συνασπισμού. Παρά ταύτα, η ελληνική πολιτική ηγεσία πιεζόταν από τον Αρχιεπίσκοπο Μακάριο και την κοινή γνώμη να θέσει το θέμα στον ΟΗΕ. Αλλά ούτε και η προσπάθεια μέσω ΟΗΕ απέδωσε. Στο μεταξύ, η Βρετανία μεταβάλλει πολιτική και αρχίζει να επιδιώκει τη «λύση» του προβλήματος όχι πλέον μέσω του Διεθνούς Οργανισμού, αλλά με πολυμερείς διαβουλεύσεις στις οποίες θα συμμετείχε και η Τουρκία. Η Ελλάδα διαπράττει μέγα σφάλμα αποδεχόμενη τη συμμετοχή της Τουρκίας σε μια ελληνοβρετανική διαφορά, για τον πρόσθετο λόγο ότι η Άγκυρα με τη Συνθήκη της Λωζάννης είχε παραιτηθεί από κάθε δικαίωμα στη Μεγαλόνησο. Αποτέλεσμα των διεργασιών αυτών υπήρξαν οι Συμφωνίες Ζυρίχης και Λονδίνου, οι οποίες κατέληξαν στην αποδοχή από πλευράς μας ενός διχοτομικού Συντάγματος για την Κύπρο, που όμως δεν μπορούσε να λειτουργήσει. Η προσπάθεια του Μακαρίου το 1963 να τροποποιήσει το Σύνταγμα θεωρήθηκε από την Άγκυρα απόπειρα αναθεώρησης του status quo της Λωζάννης και οδήγησε στην πρώτη εδαφική διχοτόμηση της νήσου αλλά και στην επέκταση της διαμάχης στον ελλαδικό χώρο, και συγκεκριμένα στη Δωδεκάνησο. Έτσι ξεκίνησε η διαμάχη για το Αιγαίο… Η άθλια εσωτερική πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα κατέστησε δυνατή την ξενοκίνητη επιβολή μιας δικτατορίας ελεεινής μορφής, που είχε ως αποτέλεσμα την προσπάθεια εξόντωσης του Μακαρίου και τη διάσπαση του κυπριακού αγώνα. Συγχρόνως, παρείχε νομικό έρεισμα στους Τούρκους για να εισβάλουν στην Κύπρο και να υλοποιήσουν το περιβόητο Σχέδιο Άτσεσον. Σε αυτό συνέβαλαν με συγκεκριμένες ενέργειες και οι Αμερικανοί. Η απόσυρση των ελληνικών δυνάμεων από τη Συμμαχία και κατόπιν η προσπάθεια επανένταξής τους συνιστά ακόμα ένα τραγικό λάθος της ελληνικής πολιτικής. Το αποτέλεσμα, μετά από δέκα χρόνια αγώνα, είναι σήμερα το Αιγαίο, στα σχέδια του ΝΑΤΟ, να θεωρείται περιοχή με αδιευκρίνιστο καθεστώς επιχειρησιακού ελέγχου. Οι Τούρκοι πέτυχαν τελικά αυτό που επιδίωκαν, την ουσιαστική διχοτόμηση του Αιγαίου, που κατά πενήντα τοις εκατό είναι εθνικός μας χώρος. Στην εργασία του αυτή ο Πτέραρχος αναφέρεται στην τουρκική αποβατική επιχείρηση –με τη σημαντική συνδρομή των Αμερικανών– στην Κύπρο, στην κρίση του 1987, όταν ο αείμνηστος Ανδρέας Παπανδρέου αντιμετώπισε με θαυμαστή πολιτική δεξιότητα την επιθετικότητα των Τούρκων, όπως και στην κρίση των Ιμίων, όπου δεκάδες σφάλματα τακτικής οδήγησαν σε αποτυχία της πολιτικής μας. Η τελική κρίση του Πτέραρχου είναι ότι απαιτείται αναθεώρηση της εθνικής μας πολιτικής, που πρέπει επιτέλους να απαλλαγεί από τα συμπλέγματα του παρελθόντος. Κατά τον Νίκο Κουρή, η Τουρκία είναι ένας γίγαντας με γυάλινα πόδια! Διαβάστε περισσότερα...

ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ

Το Κίνημα Ελληνικής Αντίστασης σας προσκαλεί στην εκδήλωση-συζήτηση που θα πραγματοποιηθεί στις 2 Φεβρουαρίου 2009, ώρα 7.00 μ.μ, στην αίθουσα διαλέξεων του Δημοτικού Σχολείου «Κρυφό Σχολειό», του «Ορθόδοξου Πνευματικού Κέντρου Λεμεσού Άγιος Φανούριος».

Θέματα: 

1. «Νέα Γεωπολιτική πραγματικότητα και Τουρκική πολιτική». Εισηγητής ο κ. Χρήστος Ιακώβου, Διευθυντής Κυπριακού Κέντρου Μελετών

2. «Νεοθωμανισμός, Ελληνισμός και Κυπριακό». Εισηγητής ο κ. Νεοκλής Σαρρής, Καθηγητής, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Τουρκολόγος.

Θα ακολουθήσει συζήτηση.

Το «Κρυφό Σχολειό» βρίσκεται απέναντι από το Λύκειο Αγίας Φυλάξεως. Η διαδρομή που θα ακολουθήσετε βρίσκεται στην έξοδο του χωριού Αγία Φύλα προς Παλώδια, μετά το χωριό, τελευταία πάροδος, δεξιά.

Πληροφορίες : 99557746
  25770629



Κίνημα Ελληνικής Αντίστασης  Διαβάστε περισσότερα...

Τρίτη 27 Ιανουαρίου 2009

Έξυπνη Ισχύς για την Μέση Ανατολή


Του Μιχάλη Παπαθεράποντος

Με την ανάληψη των καθηκόντων της η κ. Χίλλαρι Κλίντον προτίθεται να αναλάβει μία νέα στρατηγική στην Μέση Ανατολή, η οποία θα βασίζεται σε ‘έξυπνη ισχύ’ (Smart Power). Η στρατηγική αυτή υπονοεί μία ενδιάμεση στάση στην χρησιμοποίηση διπλωματικών και στρατιωτικών μέσων. Δηλαδή, θα δίνεται προτεραιότητα στην διπλωματία και την χρησιμοποίηση ειρηνικών μέσων σε διεθνή ζητήματα. Η επίλυση των προβλημάτων με στρατιωτικά μέσα θα είναι η τελευταία λύση και όταν κρίνεται απολύτως απαραίτητο. Με βάση την ορολογία των διεθνών σχέσεων, τα διπλωματικά μέσα, οι συνεργασίες και η δύναμη των ιδεών συνθέτουν ανάμεσα σε άλλα, την ήπια ισχύ. Από την άλλη πλευρά, τα στρατιωτικά μέσα και η δύναμη της επιβολής αποτελούν τη βάση της σκληρής ισχύος ενός κράτους. Η στρατηγική της έξυπνης ισχύς πρόκειται να αποτελέσει αναπόσπαστο μέρος την νέας εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ. Η κεντρική ιδέα είναι ενώ δίνεται έμφαση στη χρησιμοποίηση της διπλωματίας, δεν αποκλείεται η χρησιμοποίηση των στρατιωτικών μέσων. Τα στρατιωτικά προβλήματα που αντιμετώπισαν στο Ιράκ, σε συνδυασμό με την οικονομική κρίση αναγκάζουν τις ΗΠΑ να υιοθετήσουν μία πιο ορθολογιστική διεθνή πολιτική. Αξίζει να σημειωθεί ότι η οικονομία, που και αυτή είναι σήμερα ένα κεφάλαιο πονοκέφαλος για τις ΗΠΑ, αποτελεί τον θεμέλιο λίθο της στρατιωτικής δύναμης ενός κράτους.  

Η Νέα Στρατηγική
Η αναφορά για μεγαλύτερη χρησιμοποίηση διπλωματικών μέσων στην εξωτερική πολιτική έγινε στην επιτροπή εξωτερικών υποθέσεων της Γερουσίας κατά την παρουσίαση και υπερψήφιση της Χίλλαρυ Κλίντον ως επικεφαλής του State Department. Αυτή η νέα στρατηγική θα εφαρμοστεί ευρύτερα στη Μέση Ανατολή και ιδιαίτερα στις διαφορές που υπάρχουν με το Ιράν και στο Παλαιστινιακό. Προφανώς, δείχνει ότι η εξωτερική πολιτική θα επιφέρει μία ανανεωμένη παγκόσμια πρωτοκαθεδρία με περισσότερη διακριτικότητα στις διεθνείς σχέσεις. Ο παρεμβατισμός θα είναι περιορισμένος, τουλάχιστον θεωρητικά, και οι πιέσεις στις διεθνείς σχέσεις θα γίνονται μέσω της διπλωματικής οδού. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν θα διεκδικούν επίμονα τα συμφέροντα τους στις διεθνείς σχέσεις. Το πλέον πιθανό είναι ότι θα χρησιμοποιούν πιο ήπια μέσα και θα υπάρχει μεγαλύτερη ανάγκη για δημιουργία συμμαχιών, και συνεταιρισμών. Με αυτή τη λογική δεν θα ενεργούν μονομερώς, εκτός και εάν το θεωρήσουν άκρως απαραίτητο, αλλά θα δίνεται μεγαλύτερος ρόλος και δικαιώματα σε στρατηγικούς εταίρους. Έτσι, αναμένεται ότι οι εταίροι, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση, η Τουρκία και το Ισραήλ θα έχουν μεγαλύτερο ρόλο στις διεθνής σχέσεις, ως αντιπρόσωποι των ΗΠΑ. Καταλυτικό ρόλο προς αυτή την κατεύθυνση έπαιξαν οι δυσκολίες που αντιμετωπίστηκαν στο Ιράκ που είχε ως αποτέλεσμα την εκπόνηση σχετικής μελέτης μέσω μίας επιτροπής του Κέντρου Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών (www.csis.org). Η επιτροπή τέθηκε υπό την προεδρία του Richard Armitage και του Joseph Nye, που δημοσίευσε μελέτη με σκοπό την δημιουργία μίας νέας στρατηγικής των ΗΠΑ, όπου το αποτέλεσμα ήταν εκπόνηση της Έξυπνης Ισχύς. 
  
Η Θεωρεία στην Πράξη
Ο στρατηγός Πετρέους ήταν ο δημιουργός ενός εγχειριδίου για μία εναλλακτική στρατηγική στο Ιράκ που εφάρμοσε στην πράξη με επιτυχία. Το εγχειρίδιο αυτό εστίαζε την προσοχή του σε μονάδες καταστολής ανταρτών για την πάταξη της βίας στο Ιράκ. Έδωσε μεγαλύτερη σημασία στις ανάγκες και στην προστασία του τοπικού πληθυσμού, χρησιμοποιώντας λιγότερη στρατιωτική βία. Με βάση το εγχειρίδιο, ο στρατός πρέπει να λαμβάνει μεγαλύτερα υπόψη τον παράγοντα της κουλτούρας και να είναι περισσότερο ενήμερος για τις τοπικές πραγματικότητες και να μπορεί να γίνεται πιο προσαρμοστικός. Δηλαδή, εφάρμοσε την λογική της έξυπνης ισχύς, όπου υπάρχει μεγαλύτερη ανθρωπιστική προσέγγιση, μέσω διπλωματίας και χρήση λιγότερης βίας, ακόμη και στον στρατιωτικό τομέα. Η βάση της στρατηγικής στο Ιράκ και της γενικότερης στρατηγικής που αναμένεται να ακολουθηθεί στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ βασίζεται στην θεωρεία των διεθνών σχέσεων της Αγγλικής σχολής. Η θεωρητική αυτή προσέγγιση βασίζεται στην ανάπτυξη διαφόρων παραδόσεων πολιτικής σκέψης. Ο στρατηγός Πετρέους δήλωσε ότι η αλήθεια βρίσκεται όχι σε μία μόνο παράδοση των διεθνών σχέσεων αλλά στον διάλογο μεταξύ τους. Η ίδια στρατηγική ενδέχεται να χρησιμοποιηθεί και στο Αφγανιστάν, το οποίο είναι το μεγαλύτερο πρόβλημα εν εξέλιξη, αλλά με διαφορετικές τακτικές και με προσαρμογή στις τοπικές πραγματικότητες.  Διαβάστε περισσότερα...

Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2009

Περί της παρακμής των αυτοκρατοριών


Le Monde Diplomatique


Του Eric Hobsbawm*
Ιστορικού, συγγραφέως


H Ισπανία του 16ου αιώνα και η Ολλανδία του 17ου αιώνα αποτέλεσαν ισχυρές αυτοκρατορίες. Ωστόσο, η Μεγάλη Βρετανία από τον 18ο ως τα μέσα του 20ου αιώνα και, έκτοτε, οι Ηνωμένες Πολιτείες, είναι τα μόνα παραδείγματα παγκοσμιοποιημένων αυτοκρατοριών, πλούσιων σε πλουτοπαραγωγικές πηγές διάσπαρτες σε ολόκληρο τον κόσμο, οι οποίες μπορούν να τρέφουν φιλοδοξίες σε διεθνές επίπεδο χάρη σε ένα γιγαντιαίο δίκτυο στρατιωτικών βάσεων. Η Μεγάλη Βρετανία χρωστούσε τη δύναμή της στην υπεροχή του στόλου. Οι ΗΠΑ στη δυνατότητα καταστροφής μέσω βομβαρδισμών.

Εν τούτοις, οι στρατιωτικές νίκες δεν στάθηκαν ποτέ αρκετές για να εγγυηθούν την εσαεί επιβίωση των αυτοκρατοριών (...) Η Μεγάλη Βρετανία και οι Ηνωμένες Πολιτείες επωφελήθηκαν από ένα πρόσθετο πλεονέκτημα το οποίο θα μπορούσε να υπάρξει μόνο στα πλαίσια μιας παγκοσμιοποιημένης οικονομίας: κυριάρχησαν αμφότερες στη διεθνή βιομηχανία. Κατά κύριο λόγο εξαιτίας του σημαντικού μηχανισμού παραγωγής τους που τις έκανε «εργαστήρια του κόσμου». Έτσι, κατά τη δεκαετία του 1920 και εν συνεχεία μετά το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, οι ΗΠΑ αντιπροσώπευαν περίπου το 40% της βιομηχανικής παραγωγής του πλανήτη. Σήμερα ακόμα, το ποσοστό αυτό κυμαίνεται μεταξύ 22% και 25%. Οι δυο αυτοκρατορίες είχαν γίνει επίσης πρότυπα τα οποία προσπαθούσαν να αντιγράψουν οι άλλες χώρες. Καθώς βρίσκονταν στο σταυροδρόμι της ροής των διεθνών συναλλαγών, οι αποφάσεις τους σχετικά με τον προϋπολογισμό, την οικονομία και το εμπόριο καθόριζαν το περιεχόμενο, τον όγκο και την κατεύθυνση της ροής αυτής. Τέλος, οι δυο χώρες έχουν ασκήσει μια δυσανάλογα μεγάλη πολιτιστική επιρροή, κυρίως χάρη στην εντυπωσιακή εξάπλωση της αγγλικής (...)

Διαφορά μεγέθους

Πέρα από αυτά τα κοινά σημεία, υπάρχουν αρκετές διαφορές μεταξύ των δυο χωρών. Η πλέον εμφανής έγκειται στο μέγεθός τους. Η Μεγάλη Βρετανία είναι νησί, όχι ήπειρος και δεν είχε ποτέ σύνορα, με την αμερικανική έννοια. Αποτέλεσε τμήμα διαφόρων ευρωπαϊκών αυτοκρατοριών: κατά τη ρωμαϊκή εποχή, μετά την κατάκτηση της Νορμανδίας και για ένα σύντομο διάστημα, όταν η Μαρία Τιδόρ παντρεύτηκε τον Φίλιππο τον Β' της Ισπανίας, το 1554. Δεν υπήρξε ποτέ το κέντρο αυτών των αυτοκρατοριών. Μόλις η χώρα άρχιζε να παράγει πλεόνασμα πληθυσμού, αυτό μετανάστευε ή ίδρυε αποικίες, μετατρέποντας τα βρετανικά νησιά σε σημαντική πηγή εξαγωγής μεταναστών. Οι ΗΠΑ, αντιθέτως, είναι κατά κύριο λόγο, χώρα υποδοχής που γέμισε τις απέραντες εκτάσεις της χάρη στην αύξηση του πληθυσμού της και χάρη σε σημαντικά κύματα μετανάστευσης τα οποία έως τη δεκαετία του 1880 προέρχονταν κατά κύριο λόγο από την Ανατολική Ευρώπη. Μαζί με τη Ρωσία, είναι οι μόνες αυτοκρατορίες που δεν γνώρισαν ποτέ τη διασπορά. 
Λογικό επακόλουθο μιας εξάπλωσης που βασίζεται σε μια καθολική σχεδόν ταύτιση ανάμεσα στη χώρα και στην ήπειρο: αυτή είναι η αμερικανική αυτοκρατορία. Στους ευρωπαίους μετανάστες που ήταν συνηθισμένοι σε υψηλή πληθυσμιακή πυκνότητα, οι αμερικανικές εκτάσεις θα πρέπει να φαίνονταν απέραντες και συγχρόνως έρημες. Μια εντύπωση που ενισχύθηκε από τον ολικό σχεδόν αφανισμό των αυτοχθόνων πληθυσμών μέσω ασθενειών τις οποίες μετέδιδαν οι έποικοι είτε ακούσια είτε ηθελημένα. Αλλά, ο Ευρωπαίος, για να μην αναφερθούμε καν στην πεποίθησή του ότι εκείνη η γη αποτελούσε δώρο Θεού, έπρεπε να εξαλείψει τις νομαδικές φυλές για να επιβάλει το δικό του σύστημα οικονομίας και εντατικής καλλιέργειας. Κατά συνέπεια, το αμερικανικό σύνταγμα αποκλείει ρητά τους Ινδιάνους από το πολιτικό σώμα που σχημάτισαν εκείνοι που απολάμβαναν ένα «φυσικό δικαίωμα στα οφέλη της ελευθερίας». 
Μια άλλη διαφορά με τη Μεγάλη Βρετανία και την Ευρώπη γενικότερα, είναι ότι οι ΗΠΑ δεν είδαν ποτέ τον εαυτό τους ως κομμάτι ενός διεθνούς συστήματος που αποτελείται από έθνη ανάλογης ισχύος. Η ίδια η έννοια της αποικίας δεν ήταν συμβατή με το συγκεκριμένο όραμα, καθώς το βόρειο τμήμα της αμερικανικής ηπείρου στο σύνολό του, συμπεριλαμβανομένου και του Καναδά, θα αποτελούσε στο τέλος μία και μοναδική χώρα. Εξ ου και οι ΗΠΑ, με εξαίρεση τη Χαβάη, ουδέποτε επιχείρησαν να ενσωματώσουν περιοχές που να μην είχαν ήδη εποικιστεί από Αγγλοσάξονες, όπως το Πουέρτο Ρίκο, η Κούβα ή τα νησιά του Ειρηνικού. Η αμερικανική ηγεμονία δεν θα μπορούσε να λάβει εκτός του ηπειρωτικού της εδάφους τη μορφή της βρετανικής αποικιακής αυτοκρατορίας ή της Κοινοπολιτείας. Την στιγμή που δεν είχε στείλει εποίκους στα πέρατα του κόσμου, δεν μπορούσε να αφήσει πίσω της κτήσεις, εκείνες τις λευκές αποικίες που είτε συμπεριλαμβάνοντας τους αυτόχθονες πληθυσμούς είτε όχι, κέρδιζαν σταδιακά την αυτονομία τους (όπως ο Καναδάς, η Αυστραλία, η Νέα Ζηλανδία και η Νότια Αφρική). Μετά τη νίκη των Βορείων και αφότου οποιαδήποτε αποσχιστική απόπειρα από την Ένωση είχε καταστεί αδιανόητη σε νομικό, πολιτικό, ακόμα και ιδεολογικό επίπεδο, η αμερικανική δύναμη θα μπορούσε να εκδηλωθεί εκτός συνόρων μόνο μέσω ενός συστήματος δορυφορικών ή υποτελών κρατών.

Ο ρόλος της επανάστασης

Η δεύτερη θεμελιώδης διαφορά ανάμεσα στις δυο χώρες είναι ότι οι ΗΠΑ γεννήθηκαν μέσα από μια επανάσταση η οποία είχε ίσως τη μεγαλύτερη διάρκεια από όλες τις επαναστάσεις που ενέπνευσαν οι ελπίδες του Αιώνα του Διαφωτισμού. Εάν επρόκειτο να οικοδομήσουν μια αυτοκρατορία, αυτό θα το επιτύγχαναν με τη μεσσιανική αντίληψη ότι η «ελεύθερη» κοινωνία τους ήταν ανώτερη από όλες τις άλλες, επομένως ήταν προδιαγεγραμμένο να γίνουν πρότυπο για ολόκληρο τον κόσμο. Όπως σωστά κατάλαβε ο Αλέξις Ντε Τοκβίλ, ο πολιτικός προσανατολισμός ενός τέτοιου εγχειρήματος θα είχε κατ' ανάγκη φιλολαϊκό χαρακτήρα και θα στρεφόταν κατά της αριστοκρατίας.
Στη Μεγάλη Βρετανία, η Αγγλία και η Σκωτία έκαναν τις δικές τους επαναστάσεις τον 16ο και τον 17ο αιώνα. Μόνο που εκείνες οι επαναστάσεις δεν άντεξαν στο χρόνο. Ανακυκλώθηκαν μέσα σε ένα καπιταλιστικό καθεστώς που εκσυγχρονίστηκε μεν, παρέμεινε ωστόσο αγκυλωμένο στην ιεραρχία και τις ανισότητες και τα ηνία του ως τον 20 αιώνα κρατούσαν κάποιες μεγάλες οικογένειες γαιοκτημόνων. Η Μεγάλη Βρετανία ήταν βεβαίως πεπεισμένη για την ανωτερότητά της έναντι των άλλων κοινωνιών, ωστόσο δεν είχε τη μεσσιανική αντίληψη ούτε τη θέληση να προσηλυτίσει τους ξένους λαούς στο βρετανικό τρόπο διακυβέρνησης ή, έστω, στον προτεσταντισμό. Η βρετανική αυτοκρατορία δεν στήθηκε από τους ιεραπόστολους ούτε για αυτούς.

Κράτος και συγκεντρωτισμός 

Η τρίτη διαφορά είναι ότι από την εποχή του Doomsday Book (1) τον 11ο αιώνα, το βασίλειο της Αγγλίας -και, μετά το 1707, η Μεγάλη Βρετανία- συστάθηκε γύρω από ένα πολύ συγκεντρωτικό δικαστικό σύστημα και μια συγκεντρωτική κυβέρνηση, που το καθιστούσαν το αρχαιότερο έθνος στην Ευρώπη. Στις ΗΠΑ, η ελευθερία είναι ο αντίπαλος της κεντρικής κυβέρνησης και μάλιστα κάθε κρατικής εξουσίας η οποία κωλύεται σκόπιμα από το διαχωρισμό των εξουσιών. 
Ας μην λησμονούμε και άλλη μία βασική διαφορά: την ηλικία των δυο χωρών. Τα έθνη-κράτη, περισσότερο από μια σημαία κι ένα ύμνο, έχουν ανάγκη από ιδρυτικούς μύθους τους οποίους πρέπει να αναζητήσουν στην ιστορία τους. Όμως, οι ΗΠΑ δεν είχαν ακόμα ιστορία από την οποία θα μπορούσαν να αντλήσουν τέτοιους μύθους, σε αντίθεση με την Αγγλία, τη Γαλλία της επανάστασης ή ακόμα και την ΕΣΣΔ. Η Αμερική δεν είχε αρχαιότερους προγόνους από τους πρώτους άγγλους εποίκους, τη στιγμή που οι Πουριτανοί είχαν αυτοπροσδιοριστεί ως μη Ινδιάνοι και οι ιθαγενείς, όπως και οι σκλάβοι, αποκλείονταν εξ ορισμού από τον «λαό» στον οποίο αναφέρονταν οι ιδρυτές πατέρες του έθνους.

Η εθνική ταυτότητα

Τέλος, καθώς οι ΗΠΑ είχαν ταχθεί εναντίον των Άγγλων κατά τη διάρκεια της επανάστασης, ο μόνος αποδεκτός σύνδεσμος με την αρχέγονη πατρίδα περιοριζόταν στη γλώσσα.
Η αμερικανική εθνική ταυτότητα δεν μπορούσε επομένως να οικοδομηθεί πάνω σε ένα κοινό παρελθόν με τη Μεγάλη Βρετανία, ακόμα και πριν την εισροή μη αγγλοσαξόνων μεταναστών. Θα μπορούσε να στηριχτεί μόνο στην επαναστατική της ιδεολογία και τους νεότευκτους δημοκρατικούς της θεσμούς. Τα ευρωπαϊκά έθνη, στην πλειοψηφία τους, έχουν γείτονες και εχθρούς απέναντι στους οποίους αυτοπροσδιορίζονται. Οι ΗΠΑ, η ύπαρξη των οποίων δεν απειλήθηκε ποτέ, με εξαίρεση των πόλεμο της απόσχισης, δεν δύνανται να προσδιορίζουν τους εχθρούς τους σε ιστορικό επίπεδο, γεγονός που τους αφήνει μόνο το ιδεολογικό: όσους δηλαδή απορρίπτουν τον αμερικανικό τρόπο ζωής.

Θαλάσσια και χερσαία αυτοκρατορία

Με τις αυτοκρατορίες συμβαίνει ό,τι και με τα κράτη. Η αυτοκρατορία, είτε με την αυστηρή είτε με την ανεπίσημη έννοια, αποτέλεσε συστατικό στοιχείο της οικονομικής ανάπτυξης της Βρετανίας και της παγκόσμιας ισχύος της. Κάτι τέτοιο δεν ίσχυσε ποτέ για τις ΗΠΑ, που η σημαντικότερη απόφασή τους ήταν να μη γίνουν ένα κράτος μεταξύ πολλών άλλων, αλλά ένας γίγαντας ηπειρωτικών διαστάσεων. Η γη ήταν εκείνη που έπαιξε βασικό ρόλο στην ανάπτυξή τους, όχι η θάλασσα. Οι ΗΠΑ είχαν ανέκαθεν επεκτατικές τάσεις, ποτέ όμως με τον τρόπο που τις εξέφραζαν η ισπανική ή πορτογαλική θαλασσοκρατορία τον 16ο αιώνα, η ολλανδική τον 17ο ή η βρετανική, καθώς εκείνες οι μητροπόλεις ήταν πάντοτε κράτη μετρίων διαστάσεων.
Οι ΗΠΑ παρουσιάζουν μεγαλύτερες ομοιότητες με τη Ρωσία, που και αυτή εξάπλωσε την επιρροή της μέσα από αχανείς πεδιάδες, «από τη μία θάλασσα στην άλλη», από τη Βαλτική ως τη Μαύρη Θάλασσα και τον Ειρηνικό. Όσο και αν δεν αποτελούσαν αυτοκρατορία, οι ΗΠΑ θα παρέμεναν το πολυπληθέστερο έθνος του δυτικού ημισφαιρίου και το τρίτο σε παγκόσμια κλίμακα. Στον αντίποδά τους, η Μεγάλη Βρετανία χωρίς την αυτοκρατορία της δεν ήταν παρά μια μεσαία οικονομική δύναμη ανάμεσα σε άλλες, μια πραγματικότητα της οποίας είχε απόλυτη επίγνωση, ακόμα και όταν κυριαρχούσε στο ένα τέταρτο του παγκόσμιου πληθυσμού.

Κυριαρχία και παγκόσμια οικονομία 

Κάτι ακόμα πιο σημαντικό... Καθώς η βρετανική οικονομία είχε εμπλακεί στις περισσότερες διεθνείς συναλλαγές, η αυτοκρατορία αποτέλεσε κεντρικό στοιχείο στην ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας τον 19ο αιώνα. Ως τη δεκαετία του 1950, τουλάχιστον τα τρία τέταρτα των τεράστιων βρετανικών επενδύσεων είχαν για προορισμό τις αναπτυσσόμενες χώρες. Και κατά τον μεσοπόλεμο, οι περισσότερες από τις μισές εξαγωγές με αφετηρία τη Μεγάλη Βρετανία έφευγαν με κατεύθυνση τις περιοχές που ανήκαν στη ζώνη της βρετανικής επιρροής. Με την εκβιομηχάνιση της Ευρώπης και των ΗΠΑ, η Μεγάλη Βρετανία θα πάψει να είναι το εργαστήρι του κόσμου, θα διατηρήσει ωστόσο πρωταγωνιστικό ρόλο στο δίκτυο των διεθνών μεταφορών. Θα παραμείνει ο έμπορος και ο τραπεζίτης του υπόλοιπου κόσμου, καθώς και ο σημαντικότερος εξαγωγέας κεφαλαίου. 
Οι ΗΠΑ δεν διατήρησαν ποτέ μια τόσο συμβιωτική σχέση με την παγκόσμια οικονομία. Αλλά, καθώς είναι μακράν η μεγαλύτερη βιομηχανική δύναμη της υφηλίου, διατηρούν σημαντική βαρύτητα χάρη και μόνο στο τεράστιο μέγεθος της εσωτερικής τους αγοράς. Τα επιτεύγματα στους τομείς της τεχνολογίας και της οργάνωσης της εργασίας τις κατέστησαν πρότυπο από τη δεκαετία του 1870 και κυρίως τον 20ο αιώνα, κατά τη διάρκεια του οποίου η Αμερική έγινε η πρώτη κοινωνία μαζικής κατανάλωσης.
Μέχρι τον μεσοπόλεμο, αυτή η άκρως προστατευτική οικονομία αναπτύχθηκε κυρίως χάρη στους δικούς της φυσικούς πόρους και την εσωτερική της αγορά. 
Η οικονομική κυριαρχία του Νέου Κόσμου επί του Παλαιού επισφραγίστηκε κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Τίποτα δεν μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι θα διαρκέσει για πολύ ακόμα. 
Αντιδρώντας στην εκβιομηχάνιση της Ευρώπης και των ΗΠΑ, η βικτωριανή Μεγάλη Βρετανία, ήδη μαζικά εκβιομηχανισμένη και πάντα πρώτη στις εξαγωγές κεφαλαίων, έστρεψε τις επενδύσεις της προς τη ζώνη της αποικιακής της επιρροής. Οι ΗΠΑ του 21ου αιώνα δεν έχουν αυτή τη δυνατότητα. (...) Σε ένα παγκοσμιοποιημένο πλανήτη, η πολιτιστική κυριαρχία της Αμερικής είναι ολοένα και λιγότερο συνώνυμη της οικονομικής κυριαρχίας. Μπορεί οι ΗΠΑ να ανακάλυψαν το σούπερ μάρκετ, ωστόσο, ο όμιλος Carrefour είναι αυτός που κατέκτησε τη Λατινική Αμερική και την Κίνα. Συνέπεια αυτής της βασικής διαφοράς με τη Μεγάλη Βρετανία είναι ότι η αμερικανική αυτοκρατορία χρειαζόταν πάντοτε να επιδεικνύει την πυγμή της προκειμένου να στηρίξει την οικονομία της.  

Η παρακμή και Ιστορία

Χωρίς την υποταγή του «ελεύθερου κόσμου» στις επιταγές του Ψυχρού Πολέμου, το μέγεθος της αμερικανικής οικονομίας θα ήταν άραγε αρκετό για να την κάνει πρότυπο για τον υπόλοιπο κόσμο; Για να κατοχυρώσει την κυριαρχία των εταιρειών αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας (Credit rating agencies), των διεθνών προτύπων χρηματοοικονομικής πληροφόρησης (IFRS) ή της αμερικανικής εμπορικής νομοθεσίας; Για να κατοχυρώσει τη «συναίνεση της Ουάσινγκτον» ως τη Βίβλο του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) και της Παγκόσμιας Τράπεζας; Είναι μάλλον αμφίβολο.
Για όλους αυτούς τους λόγους, η βρετανική αυτοκρατορία δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως ένα πρότυπο που θα μας επιτρέψει να κατανοήσουμε το αμερικανικό ηγεμονικό σχέδιο. Πόσο μάλλον, τη στιγμή που η Μεγάλη Βρετανία είχε επίγνωση των ορίων της, κυρίως ως προς την στρατιωτική της δύναμη. Αν και ήταν μια μεσαία δύναμη που γνώριζε ότι δεν θα μπορούσε να διατηρήσει αιώνια τον τίτλο του παγκόσμιου πρωταθλητή των μαθητευόμενων κυρίαρχων του κόσμου, είχε στην κατοχή της τη μεγαλύτερη αυτοκρατορία που είχε ή που θα έχει ποτέ οποιαδήποτε άλλη χώρα. Γνώριζε ωστόσο ότι δεν θα μπορούσε να κυριαρχήσει σε ολόκληρο τον κόσμο και ουδέποτε το επιχείρησε. Προσπάθησε αντίθετα να κάνει τον υπόλοιπο κόσμο αρκετά σταθερό ώστε να μπορέσει να ευημερήσει, χωρίς όμως να επιδιώξει να επιβάλει παντού το θέλημά της.
Όταν η εποχή των ναυτικών αυτοκρατοριών έφτασε στο τέλος της γύρω στα μέσα του 20ου αιώνα, η Μεγάλη Βρετανία ένιωσε τον άνεμο να αλλάζει πριν τις άλλες αποικιακές δυνάμεις. Καθώς η οικονομική της δύναμη δεν εξαρτιόταν από την στρατιωτική της υπεροχή, αλλά από το εμπόριο, προσαρμόστηκε ευκολότερα στην απώλεια της αυτοκρατορίας της, όπως είχε κάνει και στο παρελθόν όταν ήρθε αντιμέτωπη με το μεγαλύτερο πισωγύρισμα στην ιστορία της, την απώλεια των αποικιών της στην Αμερική. 
Οι ΗΠΑ, άραγε, θα κατανοήσουν αυτό το δίδαγμα; 'Η, μήπως, θα επιχειρήσουν να διατηρήσουν μια παγκόσμια κυριαρχία μόνο μέσω της πολιτικής και της στρατιωτικής επιβολής, σπέρνοντας κατά αυτό τον τρόπο περισσότερες συγκρούσεις, αναρχία και βαρβαρότητα;

Υποσημειώσεις 
(1) Τεκμήριο καταγραφής κτημάτων το οποίο συνέταξε ο Γουλιέλμος ο Κατακτητής και ολοκληρώθηκε το 1806. Χρησίμευσε ως βάση για την καθιέρωση του βασιλικού φόρου.
Διαβάστε περισσότερα...

Σάββατο 24 Ιανουαρίου 2009

Η νέα διεθνής τάξη πραγμάτων


Του Gurcharan Das

New York Times 

Νέο Δελχί – Κίνα και Ινδία, έχουν αποδυθεί σε έναν αγώνα αναρρίχησης στο ψηλότερο σκαλοπάτι της παγκόσμιας ηγεμονίας, με τις προσεγγίσεις τους ωστόσο όσον αφορά το κράτος και την εξουσία να είναι διαμετρικά αντίθετες.

Δύο ημέρες μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στην Μουμπάι, συναντήθηκα με έναν Κινέζο επιχειρηματία φίλο μου. Είχε μείνει έκπληκτος από την συνεχή και διεξοδική κάλυψη των επιθέσεων από τα Ινδικά κανάλια, και την αναποτελεσματικότητα της κυβέρνησης. Μου μετέφερε τις δηλώσεις μιας μεσοαστής η οποία ανέφερε στην κρατική τηλεόραση πως οι Ινδοί καταδρομείς καθυστέρησαν να αναλάβουν δράση, επειδή ήταν ιδιαίτερα απασχολημένοι φρουρώντας ανώτατους πολιτικούς αξιωματούχους. Διερωτήθηκε πως η γυναίκα αυτή κατόρθωσε να βγει αλώβητη μετά από μία τέτοια δήλωση.

Του εξήγησα ότι ο σαρκασμός είναι αντιπροσωπευτικός ενός έθνους, οργισμένου και απογοητευμένου με τους πολιτικούς του. Στην συνέχεια μου μίλησε για την κακή κατάσταση των δρόμων, τις ερειπωμένες πόλεις και τις συνεχείς διακοπές στην ηλεκτροδότηση. Ξαφνικά, σταμάτησε και με ρώτησε το εξής: «Με όλα αυτά, πως γίνατε η δεύτερη, ταχύτερα αναπτυσσόμενη οικονομία παγκοσμίως; Οι ηγέτες της Κίνας τρέμουν την ημέρα κατά την οποία η κυβέρνηση σας θα συνέλθει και θα αναλάβει δράση».

Άνοδος της οικονομίας
Η απάντηση στην ερώτηση του περιέχεται σε μία κοινότυπη φράση: «η οικονομία μας αναπτύσσεται την νύκτα, όταν η κυβέρνηση κοιμάται». Επιβεβαίωση τούτου αποτελεί η άνοδος που σημείωσε το χρηματιστήριο της Μουμπάι την περίοδο μετά τις επιθέσεις. Επιπρόσθετα, σε τοπικές εκλογές μετά από δύο εβδομάδες, πολλοί αξιωματούχοι δεν επανεκλέγηκαν, όχι λόγω θεμάτων που αφορούν την εθνική ασφάλεια, αλλά την οικονομία.

Όλα αυτά προκάλεσαν σύγχυση στον Κινέζο φίλο μου, και αναμφίβολα και σε αρκετούς συμπατριώτες του, των οποίων η επιτυχία οφείλεται στην αποτελεσματικότητα του κράτους. Παρακολουθούν αμήχανοι την σύνδεση του συμμάχου τους Πακιστάν με την τρομοκρατία, ενώ την ίδια στιγμή η οικονομία της Ινδίας συνεχίζει να ενισχύεται. Τους προβληματίζει το ότι η οργή για τις επιθέσεις στην Μουμπάι, έχει ως αποδέκτες τους Ινδούς πολιτικούς, παρά τους Μουσουλμάνους ή το Πακιστάν.

Η παγκόσμια οικονομική κρίση, αναμφίβολα έχει επηρεάσει τον ρυθμό ανάπτυξης της Ινδίας, που εκτιμάται ότι το 2009 θα κυμαίνεται στο 7% σε σύγκριση με 8,7% το 2007. Όπως μου ανέφερε ο φίλος μου, η κατάσταση στην Κίνα είναι ακόμη χειρότερη. Το τι προβληματίζει και προκαλεί ερωτήματα, πρόσθεσε, είναι το γιατί ενώ αρκετές χώρες εφάρμοσαν οικονομικές μεταρρυθμίσεις παρόμοιες με αυτές της Ινδίας, η Ινδική οικονομία έχει καταστεί η δεύτερη αναπτυσσόμενη παγκοσμίως. 

Αίσθηση προκαλεί και το ότι η Ινδία παράγει με ταχύτατους ρυθμούς πολυεθνικές εταιρείες, σε αντίθεση με την Κίνα της οποίας ο επιχειρηματικός τομέας είναι βασισμένος στις κρατικές ή τις ξένες εταιρείες.

Δεν έχω ικανοποιητική εξήγηση, ωστόσο πιστεύω πως αυτό οφείλεται στο εμπορικό και επιχειρηματικό δαιμόνιο μιας παρεξηγημένης ομάδας, των Vaishyas. Τα μέλη της, κατέχουν πολύ καλά την τέχνη της απορρόφησης των κονδυλίων, προσδίδοντας στο έθνος ένα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Σωστά υποστηρίζεται ότι το εμπόριο είναι μία φυσική διαδικασία, ωστόσο υποβοηθητικό ρόλο διαδραματίζουν οι ριψοκίνδυνοι επιχειρηματίες οι οποίοι θα εκμεταλλευθούν τις ευκαιρίες. Απόδειξη τούτου είναι ότι οι Vaishyas, φιγουράρουν στις πρώτες θέσεις των Ινδών δισεκατομμυριούχων του περιοδικού Forbes.

Ο πλουραλισμός της Ινδίας 
Σε ένα πολυσυζητημένο άρθρο, ο πρώην πρωθυπουργός της Σιγκαπούρης Λι Κουάν Γιου, είχε διατυπώσει μία καίρια ερώτηση: «Γιατί ο κόσμος αντιμετωπίζει την άνοδο της Κίνας ως απειλή, αλλά αυτήν της Ινδίας ως επιτυχία;». Η απάντηση έγκειται στο ότι η Ινδία, είναι μια αχανής, δυσλειτουργική και ανοικτή δημοκρατία, που κυβερνάται από έναν πολυκομματικό συνασπισμό. Αναπτύσσεται μέσω της καθημερινής ανταλλαγής ιδεών μεταξύ των Vaishyas και της θρησκείας, των φιλελεύθερων που κυριαρχούν στην πνευματική ζωή, και των νέων δυνάμεων της παγκοσμιοποίησης.

Η ιδέα όπως η Ινδία καταστεί στρατιωτική υπερδύναμη τον 21ο αιώνα βρίσκει απήχηση σε πολλούς Ινδούς, κάτι που δεν συνάδει με το φιλειρηνικό δόγμα του Μαχάτμα Γκάντι ή ακόμη και το μήνυμα του Βούδα περί ειρήνης. Το σκεπτικό εμπεριέχεται στο εδάφιο Nasadiya από το ιερό βιβλίο Rig Veda για την δημιουργία του σύμπαντος. «Ποιος γνωρίζει και ποιος μπορεί να πει πόθεν γεννήθηκε και πόθεν προέκυψε αυτή η δημιουργία; Οι θεοί είναι μεταγενέστερο δημιούργημα αυτού του κόσμου. Ποιος γνωρίζει τότε, πότε πραγματώθηκε για πρώτη φορά;». Όταν έχεις εκατομμύρια θεούς, δεν μπορείς να είσαι φανατικός. 

Κινέζοι και Ινδοί πιστεύουν ακράδαντα ότι τον 21ο αιώνα οι οικονομίες τους θα αναπτυχθούν ακόμη περαιτέρω. Στην Κίνα αυτό θα συμβεί με την παρέμβαση του κράτους, ενώ στην Ινδία με την απουσία του. Ταυτόχρονα θα συνεχιστεί η πορεία προς ένα μοντέρνο, δημοκρατικό και βασισμένο στην οικονομία μέλλον. Στο πλαίσιο αυτό, οι τρομοκρατικές επιθέσεις είναι ένα ανώφελο, δευτερευούσης σημασίας γεγονός.

Την ίδια στιγμή, οι Ινδοί αντιλαμβάνονται ότι θα πρέπει να παταχθεί η γραφειοκρατία και να εφαρμοσθούν μεταρρυθμίσεις στην αστυνομία και το δικαστικό σύστημα, θεσμοί που παραδόξως απολάμβαναν σεβασμού πριν από μία δεκαετία. Όταν αυτό επισυμβεί, η Ινδία θα χαίρει σεβασμού, ένα ενδεχόμενο που ανησυχεί έντονα την Κινεζική ηγεσία.

(Ο Gurcharan Das, είναι συγγραφέας του βιβλίου “Ιndia Unbound”) Διαβάστε περισσότερα...

Είναι ο Ομπάμα, ένας νέος Λίνκολν;


Tων Henry Louis Gates και John Stauffer
New York Times 

Μέχρι την αντικατάσταση του από τον Τζον Φ. Κέννεντι, ο Αβραάμ Λίνκολν ήταν ένας από τους δύο λευκούς ο οποίος έχαιρε σχεδόν καθολικής εκτίμησης από τους μαύρους, ενώ την ίδια στιγμή ήταν δεύτερος σε δημοτικότητα μετά τον Χριστό. Κανένας όμως από τους διαδόχους στο Οβάλ Γραφείο δεν συγκρίνεται μαζί του σε τέτοιο βαθμό όπως ο Μπαράκ Ομπάμα.

Ίσως επειδή με την υπογραφή της ιστορικής διακήρυξης άρχισε η απελευθέρωση των σκλάβων οι οποίοι κατάγονταν από την ήπειρο στην οποία γεννήθηκε ο πατέρας του Ομπάμα, ίσως πάλι λόγω της γοητείας που ο Λίνκολν ασκεί στον νέο πρόεδρο. Πολλά έχουν γραφεί όσον αφορά τις απόψεις του Ομπάμα για τον Λίνκολν, ωστόσο δεν έχουν λεχθεί αρκετά ως προς το τι θα πίστευε ο Λίνκολν για τον Μπαράκ Ομπάμα Χουσέιν. Αν το μαρμάρινο άγαλμα του μπορούσε να προσλάβει σάρκα και οστά και να μιλήσει, όπως η Γαλάτεια, τι θα έλεγε αλήθεια εκείνος ο οποίος έχει καταγραφεί στην ιστορία ως ο απελευθερωτής των μαύρων, για τον πρώτο μαύρο διάδοχο του;

Ενδεχομένως η πρώτη του αντίδραση να ήταν η έκπληξη. Ο Λίνκολν ήταν ο άνθρωπος της εποχής του, και ενώ με πάθος αντιτίθετο στην σκλαβιά, λόγω ηθικών λόγων αλλά και επειδή καθιστούσε τον ανταγωνισμό έναντι των φτωχών λευκών άδικο – στο μεγαλύτερο μέρος της ζωής του διατηρούσε αναλλοίωτες και ατυχείς απόψεις για τις φυλετικές διακρίσεις. Η σχέση του με τους μαύρους ήταν ιδιαίτερα περίπλοκη. Η κατάργηση της σκλαβιάς ήταν θεμελιώδες μέρος της ηθικής του, όχι όμως και η ισότητα. Οι απόψεις του για τους μαύρους ήταν διφορούμενες, ειδικά στο κατά πόσον ήταν, ή μπορούσαν να γίνουν ποτέ ίσοι με τους λευκούς.

Όπως για παράδειγμα στις 14 Αυγούστου του 1862, όταν προσκάλεσε πέντε μαύρους στο Λευκό Οίκο σε μια προσπάθεια να τους πείσει να γίνουν οι ιδρυτές του νέου κράτους του Παναμά, που θα αποτελείτο από εκείνους τους σκλάβους τους οποίους θα απελευθέρωνε. Ένα μήνα πριν η ιστορική διακήρυξη γίνει νόμος, εισηγήθηκε την τροποποίηση του συντάγματος, ώστε να χρηματοδοτηθούν οι μαύροι οι οποίοι θα μετανάστευαν στην Λιβηρία ή την Αιτή.

Στο λεξιλόγιο του Λίνκολν περιέχονταν αρκετές ατιμωτικές αναφορές για τους μαύρους, ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που στις ομιλίες του χρησιμοποίησε την λέξη «Νέγρος». Πριν εκλεγεί το Λευκό Οίκο, ο Λίνκολν δεν είχε σχεδόν καμία σχέση με τον «Μεγάλο Απελευθερωτή», ίσως ο ορισμός ένας «αφυπνισμένος ρατσιστής» να του ταίριαζε καλύτερα.

Εκτός από τον κουρέα και τον υπηρέτη του, ο Λίνκολν δεν γνώριζε, όπως ο ίδιος έλεγε πριν αναλάβει την προεδρία, πολλούς «ιδιαίτερα ευφυείς» μαύρους. Η αλήθεια είναι ότι οι πετυχημένοι μαύροι ήταν άγνωστοι στον Λίνκολν, ο οποίος γεννήθηκε και μεγάλωσε σε μία πολιτεία στην οποία κυριαρχούσαν οι λευκοί άποικοι, και όραμα του ήταν μια Λευκή Αμερική. Από αυτή την σκοπιά, ενδεχομένως να αιφνιδιαζόταν ίσως και να τρομοκρατείτο από την εκλογή Ομπάμα. 

Ωστόσο, όντας πρόεδρος, οι συναντήσεις του με μαύρους ηγέτες ήταν πολύ περισσότερες από αυτές των προκατόχων του, αν και ποτέ δεν προσκάλεσε έστω και έναν σε επίσημο δείπνο. Ωστόσο γνωρίζουμε ότι ο Λίνκολν ήταν σε θέση να αναγνωρίζει τους ξεχωριστούς ανθρώπους, ανεξαρτήτως φυλής. Το γεγονός ότι δεν ήταν ανιδιοτελής φίλος με τους Νέγρους, καθιστά τις αποφάσεις που έλαβε προς όφελος τους ακόμη πιο σημαντικές, έστω και αν αυτές υποκινούνταν από τις πραγματικότητες που είχε δημιουργήσει ο εμφύλιος. 

Ιδιαίτερη εντύπωση του είχε κάνει μάλιστα ο Φρέντερικ Ντάγκλας, ο οποίος μοιράζεται αρκετά κοινά χαρακτηριστικά με τον Μπαράκ Ομπάμα. Και οι δύο είχαν μαύρο και λευκό γονέα, δεν γεννήθηκαν στα πλούτη, είναι ταπεινοί, έγιναν διάσημοι, είναι μεταξύ των σπουδαιότερων συγγραφέων και ομιλητών της γενιάς τους, και αξιοποιούν στο μέγιστο την δύναμη των λέξεων.

Λίνκολν και Ντάγκλας ήταν ανορθόδοξοι σύμμαχοι. Ο Ντάγκλας αντιπροσώπευε την επικείμενη αλλαγή, ενώ ο Λίνκολν, όπως και ο Μπαράκ Ομπάμα, επέμενε στις πραγματικότητες και τις διακομματικές συνεργασίες. Αν και η εκλογή του Ομπάμα ενδεχομένως να ισοδυναμεί με πραγμάτωση των όσων πρέσβευε ο Ντάγκλας για την νέα περίοδο στις φυλετικές σχέσεις στην Αμερική, εντούτοις δεν σηματοδοτεί την ανάδειξη ενός νέου Ντάγκλας.

Το μεγαλύτερο επίτευγμα του Λίνκολν, ιστορικά ομιλούντες, ήταν η πραγμάτωση των όσων πρέσβευε, λαμβανομένων υπόψιν των πραγματικοτήτων. Η περίφημη διακήρυξη προέκυψε λόγω ανάγκης (για να κερδίσουμε τον πόλεμο, είχε δηλώσει, χρειαζόμαστε ελεύθερους σκλάβους ώστε να μπορέσουν να κατανικήσουν τους πρώην αφέντες τους), και τίποτα λιγότερο. 

Ίσως εδώ να βρίσκεται ένα μάθημα για τον Ομπάμα. Αυτοί οι οποίοι προβάλλουν μεγάλες ιδέες και περιφρονούν τον συμβιβασμό, πολλές φορές περιέρχονται σε ανυποληψία. Αυτοί των οποίων οι πράξεις διέπονται από την αναγνώριση της πραγματικότητας, και από το ότι είναι πιο σημαντικό να αποφύγεις το χειρότερο παρά να επιδιώξεις το βέλτιστο, ενδεχομένως στο τέλος να υπηρετούν καλύτερα τις ιδέες τους.

Είναι λοιπόν ο Μπαράκ Ομπάμα ένας Αβραάμ Λίνκολν; Ελπίζουμε όχι. Oι μεγάλοι ηγέτες, όπως ο Αβραάμ Λίνκολν και Θεοντόρ Ρούσβελτ, αναδείχθηκαν σε περιόδους καταστροφικές για το έθνος. Ένας Λίνκολν εν καιρώ ειρήνης, δεν θα ήταν καθόλου Λίνκολν. Ας ελπίσουμε ότι ο Ομπάμα, παρόλα τα αξιοσημείωτα χαρίσματα του, δεν θα μεγαλουργήσει με τον τρόπο με τον οποίον μεγαλούργησε ο προκάτοχος του. Διαβάστε περισσότερα...

Power, Faith and Fantasy: America in the Middle East


Michael Oren
Power, Faith and Fantasy: America in the Middle East
W.W. Norton, 2008



Του Robert Kagan
Washington Post Book Review


Συχνά ακούμε ότι οι Αμερικάνοι γνωρίζουν πολύ λίγα για άλλα έθνη. Ένα μεγαλύτερο όμως πρόβλημα από το προαναφερθέν είναι ότι γνωρίζουμε πολύ λίγα για τους εαυτούς μας, για την ιστορία και τον εθνικό μας χαρακτήρα. Ειδικά, όσον αφορά την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, φαίνεται πως όλοι μας έχουμε γεννηθεί μόλις χτες, αδαής ως προς τον τρόπο με τον οποίο σύγχρονες πολιτικές συμπεριφορές ταιριάζουν σε διαχρονικά ιστορικά πρότυπα. Οπότε όταν ένας ικανός ιστορικός όπως ο Μάικλ Όρεν φέρει το παρελθόν πίσω στη ζωή, αποκαλύπτοντας τόσο αυτό που έχει αλλάξει όσο και αυτό που έχει μείνει το ίδιο, αυτό αποτελεί μια αχτίδα φωτός σε ένα ουρανό γεμάτο σκοτάδι.

Σήμερα, ο συνήθης τρόπος αναφοράς στην οκταετία Μπους την θέλει να αποτελεί μια ριζοσπαστική αναχώρηση από την ούτω καλούμενη ρεαλιστική παράδοση των ΗΠΑ - η οποία θεωρείται γερά ριζωμένη στην επιδίωξη πραγματιστικών εθνικών συμφερόντων - και μια επιδίωξη μιας άνευ προηγουμένου πολιτικής αναδιαμόρφωσης της Μέσης Ανατολής. Συνάμα, λέγεται ότι αυτή η πολιτική Μπους θα ανατραπεί και οι ΗΠΑ θα επιστρέψουν στον παραδοσιακό δρόμο του ρεαλισμού. Τα προανανεφερθέντα δεν αποτελούν τίποτα άλλο παρά μια κακή ιστορία και μια κακή προφητεία. Αυτό μας παρουσιάζει ο Όρεν μέσα από το βιβλίο του «Power, Faith and Fantasy» το οποίο αποτελείται από εύμορφα γραμμένες ιστορίες για συγκεκριμένους Αμερικανούς που έζησαν κατά τους τελευταίους τέσσερις αιώνες και ανέπτυξαν σχέσεις με την Μέση Ανατολή.

Τρία είναι τα κύρια θέματα που αναδύονται μέσα από το έργο του: α) ότι από τους ιδρυτές (των ΗΠΑ) και εντεύθεν, οι Αμερικάνοι έχουν προσπαθήσει κατ’επανάληψη να μεταλλάξουν τους Αραβικούς και τους Μουσουλμανικούς λαούς - τόσο πολιτικά, όσο και πνευματικά – ώστε να αποδεχτούν φιλελεύθερες και χριστιανικές αρχές, β) ότι από το καιρό των Πουριτανών, πολλοί Αμερικάνοι χαρακτηρίζονται από την εμμονή παράδοσης της Παλαιστίνης στους Εβραίους, και γ) ότι από τον καιρό της αποικιοκρατίας έως και σήμερα, πολλοί (και πιθανόν οι περισσότεροι) Αμερικανοί θεωρούν το Ισλάμ ως μια βάρβαρη, βίαιη και δεσποτική θρησκεία. Το εάν αυτές οι αντιλήψεις ήταν και είναι ευφυείς ή βλακώδεις και εάν είναι βασισμένες στην πραγματικότητα ή την φαντασία, ο Όρεν μας δείχνει ότι ήταν διαχρονικά κυρίαρχα χαρακτηριστικά της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ ως προς την Μέση Ανατολή. Σχετικά με τον τρόπο αντίληψης του Ισλάμ τον 19ο αιώνα, ο Όρεν μας υποδεικνύει ότι η καχυποψία και η εχθρότητα έναντι του Ισλάμ (όχι πάντα άνευ συμβάντων εχθρικών προς την Αμερική που αποτέλεσαν τροφή για τις αντιλήψεις αυτές) είναι όσο παλιά είναι και το έθνος μας.  

Τον επόμενο αιώνα, Αμερικάνοι πολιτικοί, κατ’επανάληψη, ονειρευόντουσαν ότι θα μπορούσαν να ελευθερώσουν ένα λαό, που βάση της αντίληψης τους, έβριθε «δημοκρατικών φιλοδοξιών», όπως δήλωσε ένας εκπρόσωπος του Νιου Ντίαλ το 1943. Και η απάντηση που πήρε: «Εσείς οι Αμερικάνοι νομίζεται ότι μπορείτε να καταφέρετε τα πάντα...ότι τα λεφτά μπορούν να αγοράσουν τα πάντα. Αλλά δεν μπορείτε να κατακτήσετε τον Πανίσχυρο Θεό». Και τί μπορεί να πιστεύει ο Όρεν για το παρόν; Παρά τις κρίσεις των τελευταίων χρόνων, και του σημερινού πολέμου στο Ιράκ, προβλέπει ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν «να ακολουθούν τα παραδοσιακά πρότυπα ανάμειξης τους στην Μέση Ανατολή...προσπαθώντας για μια Pax Americana». Πολλοί, πιθανόν, να μην συμφωνούν αλλά έχουν να αντιμετωπίσουν την μακρά παράδοση μας που ο Όρεν έχει τόσο έντεχνα φωτίσει. Διαβάστε περισσότερα...

Μαφία και Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος


Tim Newark
Μαφία και Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος 
Εκδόσεις Ιωλκός, 2008


Του Αναστάση Βιστωνίτη
ΤΟ ΒΗΜΑ


Η υπόθεση Β' Παγκόσμιος Πόλεμος παραμένει ανοιχτή, 63 χρόνια μετά τη λήξη του. Για καμιά άλλη περίοδο στη ζωή της ανθρωπότητας δεν είχαμε τόσα ιστορικά ντοκουμέντα, τόσες μελέτες και αναλύσεις, και όπως είναι φυσικό έκπληξη προκαλεί το γεγονός ότι συνεχίζουν να έρχονται στην επιφάνεια στοιχεία που αποκαλύπτουν άγνωστες ή υποφωτισμένες πτυχές εκείνου που υπήρξε το μεγάλο δράμα του 20ού αιώνα. Η Κλειώ, η μούσα της ιστορίας, τον 20ό αιώνα υπήρξε το πλέον άσχημο και εκδικητικό πλάσμα που θα μπορούσε κανείς να φανταστεί έναν αιώνα νωρίτερα. Αλλά η ανάλυση του πρόσφατου παρελθόντος συμβάλλει αποφασιστικά στην κατανόηση του κόσμου που μας περιβάλλει. Γιατί ο Β' Παγκόσμιος Πόλεμος δεν μας κληροδότησε μόνον ερείπια αλλά και τις συνέπειες της ηθικής κατάρρευσης ενός ολόκληρου συστήματος αξιών.

Ο Τιμ Νιούαρκ ανοίγει ένα πεδίο που είχε ως τώρα παραμείνει αφώτιστο: τη συνεργασία των Συμμάχων στον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο με το οργανωμένο έγκλημα, και ειδικά με την αμερικανική και την ιταλική Μαφία. Ο Νιούαρκ δεν είναι μόνο γνωστός ιστορικός συγγραφέας αλλά και αρχισυντάκτης του περιοδικού Military Illustrated, δηλαδή από τους πλέον αρμόδιους να διαπραγματευθεί ένα τόσο περίπλοκο ζήτημα. Το θέμα έχει απασχολήσει τα τελευταία χρόνια τα διεθνή ΜΜΕ και μάλιστα έχουν γυριστεί κάποια ενδιαφέροντα ντοκυμαντέρ, αλλά για πρώτη φορά έχουμε ένα βιβλίο που αξιοποιεί το σύνολο σχεδόν των διαθέσιμων πηγών ιδιαίτερα μάλιστα τα αρχεία των αμερικανικών και βρετανικών μυστικών υπηρεσιών που ως τώρα δεν ήταν διαθέσιμα στους μελετητές.

Συνήθως όταν αναφέρεται κανείς στη Μαφία τού έρχονται κατά νου οι χολιγουντιανές της εκδοχές. Το οργανωμένο έγκλημα λειτουργεί στο φαντασιακό πεδίο ως αφετηρία μυθοπλαστικών αφηγήσεων που στο τέλος δεν κομίζουν καμιά πραγματική γνώση. Εδώ όμως αποκαλύπτεται μια από τις πιο σκοτεινές του πτυχές. Όταν ολοκληρώσει κανείς την ανάγνωση του βιβλίου του Νιούαρκ αντιλαμβάνεται ότι η Μαφία όχι μόνο διέβρωσε - και στη συνέχεια διέλυσε - τα αμερικανικά εργατικά συνδικάτα αλλά κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου παρά λίγο να δημιουργήσει ένα ανεξάρτητο κράτος στη Σικελία που θα ήλεγχε τη Μεσόγειο και όλους τους δρόμους των ναρκωτικών, και όπου οι διάφορες εγκληματικές αποικίες των νονών της Μαφίας στις ΗΠΑ θα αποτελούσαν μέρος μιας οικονομικής γκανγκστερικής αυτοκρατορίας.

Χρησιμοποίησαν τη Μαφία στον πόλεμο εναντίον του Άξονα οι Αγγλοαμερικανοί; Και αν ναι, σε ποιον βαθμό και σε ποιο επίπεδο; Τα στοιχεία που παραθέτει ο Νιούαρκ είναι συντριπτικά. Ο αρχιμαφιόζος Λάκι Λουτσιάνο, φυλακισμένος από το 1936 στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης συνεργάστηκε με το Αμερικανικό Ναυτικό αναλαμβάνοντας την προστασία των αμερικανικών λιμανιών από ενδεχόμενες δολιοφθορές των δυνάμεων του Άξονα. Ο Λουτσιάνο, πιστός στην Αμερική, τη Μαφία και τη Σικελία κινητοποίησε και άλλους νονούς της Μαφίας για αυτόν τον σκοπό. Θρυλείται μάλιστα πως όταν οι Σύμμαχοι αποβιβάστηκαν στη Σικελία (που την ήλεγχε η Μαφία) όχι μόνο δεν συνάντησαν καμιά αντίσταση αλλά και τα οχήματά τους έφεραν σημαία όπου φιγουράριζε το γράμμα «Λ» (που παράπεμπε στο ονοματεπώνυμο του αρχιμαφιόζου).

Βοήθησε η Μαφία στη νίκη των Συμμάχων; Ασφαλώς και όχι. Οι Σύμμαχοι θα κέρδιζαν τον πόλεμο ούτως ή άλλως. Η συνεργασία όμως με το οργανωμένο έγκλημα εξηγεί εκείνο που αποτέλεσε βασικό γνώρισμα του Ψυχρού Πολέμου: της αντίληψης δηλαδή ότι όλα επιτρέπονται αν πρόκειται να κατατροπώσουμε έτσι γρηγορότερα τον αντίπαλο. Διαβάστε περισσότερα...

America’s Three Regimes: A New Political History


Morton Keller 
America’s Three Regimes: A New Political History 
Oxford University Press, 2007

 
Του Michael Lind 
The Forum Book Review

 
 
Ο Άμπροους Μπιρς έγραψε πως η ιστορία είναι «μια αφήγηση συνήθως λανθασμένη και συνήθως ασήμαντη, την οποία κινούν ηγέτες, συνήθως παλιάνθρωποι και στρατιώτες, συνήθως βλάκες». Αυτός ο Αμερικανικός κυνισμός για την ιστορία όμως δεν σταμάτησε την ακαδημαϊκή αναζήτηση για την δομή των εναλλαγών της Αμερικανικής πολιτικής. Ο Άρθουρ Μ. Σλέσιντζερ ο νεότερος περιέγραψε την Αμερικανική ιστορία σαν έναν κύκλο μεταρρύθμισης και συντήρησης. Ο Θίοντορ Λόουι έγραψε οτι οι πολιτικές του Νιού Ντιάλ μετά το Κραχ του 1929, εκτός από τον φιλελευθερισμό όπως τον ξέρουμε σήμερα δημιούργησαν και μια Δεύτερη Δημοκρατία των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο Μπρους Άκερμαν κι εγώ από την άλλη αναφερθήκαμε σε τρεις Δημοκρατίες, με κομβικά σημεία τον Εμφύλιο Πόλεμο και το Νιού Ντιλ, και μιλήσαμε για το πώς θα μπορούσε να μοιάζει μια Τέταρτη Δημοκρατία των Ηνωμένων Πολιτειών.
 
Ο Μόρτον Κέλλερ, επίτιμος καθηγητής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Μπράντις της Μασαχουσέτης, αντικαθιστά τον όρο «δημοκρατίες» με τον πιο γενικό «regime» (Σ.τ.Μ. πολίτευμα ή καθεστώς) στο βιβλίο του «America’s Three Regimes: A New Political History». Τα τρία καθεστώτα στα οποία αναφέρεται είναι το «σεβάσμιο-ρεπουμπλικανικό» (deferential-republican), το οποίο διήρκησε περίπου από την ανεξαρτησία της Αμερικής μέχρι το 1830, το κομματικό-δημοκρατικό (party-democratic) από το 1830 μέχρι το 1930 και το παρόν λαϊκό-γραφειοκρατικό (populist-bureaucratic) το οποίο έχει τις βάσεις του στο Νιού Ντιλ. Κάθε ένα από αυτά τα καθεστώτα περιστρέφεται γύρω από μια κεντρική έννοια. «Το μήλο της Έριδος για την σεβάσμια-ρεπουμπλικανική περίοδο» γράφει ο Κέλλερ, «ήταν η έννοια της ελευθερίας των αποικιών από την Αγγλία και του ατόμου από την κυβέρνηση. Η ισορροπία δυνάμεων μεταξύ των πολιτειών και της κυβέρνησης ήταν το θέμα της κομματικής-δημοκρατικής περιόδου. Τα δικαιώματα του ατόμου και των κοινωνικών ομάδων καθόρισαν την λαϊκή-γραφειοκρατική περίοδο».

Η περιγραφή της σεβάσμιας-ρεπουμπλικανικής περιόδου ταιριάζει με τα ιστορικά στοιχεία. Οι τότε ψηφοφόροι είχαν σαν κριτήριο τον σεβασμό προς τους τοπικούς άρχοντες ενώ ο ρεπουμπλικανισμός διαπότιζε την πολιτική και η αντιπολίτευση θεωρείτο συνομωσία ενάντια στο κοινό καλό. Όπως υποδεικνύει ο Κέλλερ, τόσο οι Φεντεραλιστές όσο και οι Δημοκράτες-Ρεπουμπλικάνοι του Τζέφερσον θεωρούσαν τους πολιτικούς τους εχθρούς προδότες. Εξίσου πειστικός είναι ο καθορισμός της κομματικής-δημοκρατικής περιόδου αρχίζοντας από την επινόηση του μαζικού πολιτικού κόμματος επί διακυβέρνησης Άντριου Τζάκσον και κλείνοντας με τον μαρασμό των κομματικών μηχανών στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα. Με το τρίτο καθεστώς, το λαϊκό-γραφειοκρατικό, ο Κέλλερ περιγράφει με ακρίβεια πολλά χαρακτηριστικά του σημερινού πολιτικού χάρτη. Γράφει πως το Νιού Ντιλ οδήγησε στην περιθωριοποίηση των πολιτικών κομμάτων και σε μια στροφή προς την διεύρυνση της ομοσπονδιακής γραφειοκρατίας και της επιρροής των ομοσπονδιακών δικαστών και των ομάδων πίεσης. 

Τα «τρία καθεστώτα» του Κέλλερ πείθουν σαν μια ευρεία προσέγγιση της ιστορίας της δομής της Αμερικανικής πολιτείας. Στο «America’s Three Regimes», ο συγγραφέας σκιαγραφεί μια πρωτότυπη προσέγγιση της Αμερικανικής ιστορίας σε μια καλογραμμένη αφήγηση η οποία είναι εύκολα κατανοητή και στους μη-ειδικούς. Παρόλο που η ιστορία είναι από την φύση της απρόβλεπτη, αναμένω πως το «America’s Three Regimes» θα γίνει ένα από τα κλασσικά έργα της πολιτικής ιστορίας της χώρας.  Διαβάστε περισσότερα...

Πέμπτη 22 Ιανουαρίου 2009

ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΩΝ ΤΟΥΡΚΙΚΩΝ ΑΣΚΗΣΕΩΝ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ


Πρέπει κάποτε να αντιληφθούμε ότι οι τουρκικές στρατιωτικές ασκήσεις στο Αιγαίο δεν αποτελούν απλώς θαλάσσιες ή αεροπορικές εκδρομές για ξεμούδιασμα αλλά διεξάγονται εν όψει συγκεκριμένων επιτελικών σχεδίων πολέμου και συνιστούν μιαν υποτυπώδη εφαρμογή τους σε καιρό ειρήνης. Η ανάλυσή τους συνεπάγεται διείσδυση στις στρατηγικές προθέσεις της Τουρκίας οι οποίες διαγράφονται ως εξής: Εξουθένωση της ελληνικής αεροπορίας και του ελληνικού ναυτικού, πρόκληση εκτεταμένης ζημίας στην αμυντική ικανότητα της Ελλάδας και τέλος μείωση της μαχητικής ικανότητας των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων. Ειδικότερα επισημαίνεται η πρόσφατη τουρκική προσπάθεια για αύξηση της ικανότητας διείσδυσης των τουρκικών φρεγατών εφοδιασμένων με άκρως σύγχρονα συστήματα στοχοποίησης. Με βάση αυτά τα δεδομένα πρέπει να αντλήσουμε τα αντίστοιχα (lessons learned)διδάγματα. Εν όψει του σημερινού συσχετισμού δυνάμεων η τουρκική πλευρά θα διέπραττε σοβαρό σφάλμα αν διεξήγαγε απευθείας πόλεμο για εδαφική κατάκτηση, επικεντρώνοντας εκεί τις δυνάμεις της και κάνοντας αλλού κάποιους παραπλανητικούς αντιπερισπασμούς. Κάτι τέτοιο θα σήμαινε για την Τουρκία μέγα λάθος γιατί δεν θα της επέτρεπε να αξιοποιήσει στο έπακρο τις ένοπλες δυνάμεις της άρα την υπεροπλία της. Γι’ αυτό τον λόγο η τουρκική πλευρά δεν θα διεξήγε πόλεμο επιδιώκοντας απευθείας εδαφικές κατακτήσεις και επικεντρώνοντας σε αυτές το στρατιωτικό της δυναμικό. Όπως δείχνουν όλα τα σενάρια των ασκήσεων και τα σύγχρονα οπλικά συστήματα τα οποία χρησιμοποιεί θα έκανε κάτι πολύ διαφορετικό. θα προκαλούσε ένα θερμό επεισόδιο και θα το χρησιμοποιούσε ως πρόσχημα και ως εφαλτήριο για να καταφέρει ένα μαζικό πρώτο πλήγμα στρεφόμενο εναντίον του κορμού των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων δηλαδή του κύριου όγκου της αεροπορίας και των κύριων μονάδων του στόλου. Η τουρκική πλευρά γνωρίζει καλά τη βασική αρχή της στρατηγικής ότι πρωταρχικός σκοπός του πολέμου δεν είναι η κατάληψη εδαφών αλλά η συντριβή των εχθρικών ενόπλων δυνάμεων διότι τότε καταλαμβάνεις με την ησυχία σου όσα εδάφη θέλεις. Έτσι η τουρκική επίθεση θα επικεντρωνόταν σε στρατηγικώς καίρια σημεία και αν πετύχαινε θα καθιστούσε με τη διαθέσιμη σήμερα δύναμη πυρός αδύνατη κάθε συνέχιση του πολέμου από ελληνικής πλευράς. Το μαζικό πρώτο πλήγμα θα δημιουργούσε επιπλέον τετελεσμένα τα οποία θα βάραιναν αποφασιστικά όχι μόνο σε διαπραγματεύσεις μεταξύ των αμέσως ενδιαφερομένων αλλά και σε διαμεσολαβητικές προσπάθειες τρίτων. Ακριβώς γι’ αυτό έχει προφανώς επικεντρώσει το πολεμικό της σχέδιο στο σημείο όπου υπερέχει και τούτο συμβαίνει να είναι το κρίσιμο σημείο. Η ανάλυση της τελευταίας τουρκικής άσκησης στο Αιγαίο όπου είχαμε διείσδυση τούρκικης φρεγάτας σε απόσταση βολής από τον Ναύσταθμο επιβεβαιώνει πλήρως αυτή την πρόθεση. Δεν είναι τόσο σημαντικό αν την έννοια και τη στρατηγική βαρύτητα του πρώτου πλήγματος στον σύγχρονο πόλεμο δεν τις κατανοούν πολιτευόμενοι και δημοσιογράφοι οι οποίοι αναλύουν μονίμως τους πίνακες παραβάσεων –παραβιάσεων ( 868 παραβάσεις έναντι 688 του 2008 και 1.289 παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου το 2007 έναντι 1.288 το 2008) θα ήταν όμως ολέθριο αν δεν τις συνειδητοποιούσε η υπεύθυνη πολιτική και στρατιωτική ηγεσία.


 

Χρήστος. Κουτσογιαννόπουλος

Ταξχος(εα)- Διεθνολόγος


  Διαβάστε περισσότερα...

Οι σχέσεις Τουρκίας – ΗΠΑ στη νέα περίοδο


Hürriyet 
(22/1/2009)

Του Cüneyt Ülsever 

Την εξωτερική πολιτική μιας χώρας την καθορίζει το Υπουργείο Εξωτερικών, όμως την εξωτερική πολιτική την εκπροσωπεί ο πολιτικός ηγέτης της χώρας. Στις ΗΠΑ πλέον ο πολιτικός ηγέτης είναι ο Ομπάμα και σε μάς ο Π/Θ Ερντογάν. Ο κόσμος, παρακολουθώντας τους, θα προσπαθήσει να αναλύσει και τις σχέσεις των δύο χωρών, των οποίων ηγούνται. Η τουρκική εξωτερική πολιτική τον τελευταίο καιρό:

● Κατά τρόπο ξεκάθαρο, έφθασε στο σημείο να αντιπροσωπεύει στο Σ.Α. ΟΗΕ την επίσημη φωνή της Χαμάς, η οποία από όλο τον κόσμο είναι αποδεκτή ως μια τρομοκρατική οργάνωση.  

● Λόγω της συμπεριφοράς αυτής, δυναμίτισε η ίδια και το ρόλο που ήθελε να διαδραματίσει στην προσέγγιση Ισραήλ – Συρίας.

● Μάλιστα έφθασε και μέχρι του σημείου να ζητήσει και την εξαγορά της αγκαλιάς, που είχαν ανοίξει οι πρόγονοί μας στους διωκόμενους τότε Εβραίους, και επικεντρώθηκε στις εθνοτικές – θρησκευτικές ρίζες των πολιτών της, κάτι το οποίο πυροδοτεί τον αντισημιτισμό.

● Σε έναν κόσμο, όπου ακόμη και οι Άραβες αρνούνται έναν διάλογο με τη Χαμάς, συνομίλησε μαζί της επιδεικνύοντας μια συμπεριφορά λες και βάλθηκε «να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά», συμπεριφορά η οποία χειροκροτήθηκε από κάποιους.

● Παρόλο το ρόλο της αυτό, δεν προσκλήθηκε στο γεύμα που παρέθεσε το Ισραήλ, αλλά και καμμία άλλη χώρα δεν έδειξε την αντίθεσή της στη μη πρόσκληση αυτή της Τουρκίας από το Ισραήλ.

● Στη συνάντηση που οργάνωσε η Εμινέ Ερντογάν για το λαό της Παλαιστίνης δεν παρέστη καμμία άλλη «πρώτη» κυρία από τη Δύση, μη εξαιρουμένης ακόμη και της συζύγου του Ισπανού Π/Θ, ο οποίος είναι συμπρόεδρος με τον Ερντογάν σε κοινό διεθνές σχέδιο.

Ο Ερντογάν:

● Βασιζόμενος σε εμπιστευτική πληροφόρηση του Ισραήλ, ανακοίνωσε σε όλο τον κόσμο ότι τη μη απελευθέρωση των βουλευτών της Χαμάς, οι οποίοι είχαν συλληφθεί από το Ισραήλ κατά την επιχείρηση της Γάζας, την ζήτησε ο ίδιος ο Πρόεδρος της Παλαιστίνης Μαχμούτ Αμπάς. Με τον τρόπο αυτό τις μυστικές συνομιλίες τις υποβίβασε σε επίπεδο κοινωνικών σχολίων.  

● Ενώ χειροκροτεί την εκλεγμένη Χαμάς, από την άλλη πουλά τον εκλεγμένο Μαχμούτ Αμπάς.

● Ενώ όλος ο κόσμος καταβάλλει προσπάθειες για τη βελτίωση των σχέσεων Χαμάς – Άλ Φατάχ, αυτός κατέβαλε προσπάθειες προκειμένου να τις χειροτερέψει. 

● Σε ό,τι αφορά το Κυπριακό, κατάπιε όλες τις υποσχέσεις που έδωσε λίγο πριν λάβει την ημερομηνία έναρξης των συνομιλιών για την Ε.Ε..

● Τις συνομιλίες για την Ε.Ε. από το 2005 και εντεύθεν τις τρενάρει.

● Χωρίς δισταγμό, έθεσε απέναντί του το εβραϊκό λόμπι της Αμερικής, το οποίο κάθε φορά καταβάλλει προσπάθειες προκειμένου να μην περάσει από το Αμερικανικό Κογκρέσο το αρμενικό ψήφισμα. 

● Σε κάθε ευκαιρία επιδεικνύει μια συμπεριφορά, λες και επιπλήττει τους πολιτικούς ηγέτες των χωρών της Ε.Ε..

Πάντα, στην εξωτερική πολιτική – σημειώνει ο αρθρογράφος – αναζητούνται δύο βασικές αρχές, η εσωτερική συνέπεια και η αξιοπιστία. 

Οι δύο αυτές αρχές έχουν καταπατηθεί από τον Π/Θ Ερντογάν. Αυτός, έχοντας το φόβο του κόμματος Saadet [ισλαμικής απόκλισης], παράγει αποκλειστικά πολιτικές για την εκλογική αναμέτρηση της 29ης Μαρτίου [δημοτικές εκλογές στην Τουρκία].

Φαίνεται, λοιπόν, ότι με τη διαχείριση των πραγματικών προβλημάτων της Τουρκίας με τον έξω κόσμο ο Π/Θ προγραμματίζει να ασχοληθεί μετά την 30η Μαρτίου. Διαβάστε περισσότερα...

Τετάρτη 21 Ιανουαρίου 2009

Έτοιμη η Ευρώπη να συνεργαστεί με τον Ομπάμα




Των Thom Shanker και Helene Cooper
New York Times


Μετά την αντιπαράθεση με την κυβέρνηση Μπους σε μία σειρά ζητημάτων, κυβερνήσεις ευρωπαϊκών κρατών δίνουν ενδείξεις ότι ίσως να είναι περισσότερο πρόθυμες να συνεργαστούν με τον εκλελεγμένο πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα σε ένα φάσμα θεμάτων που έχουν περιέλθει σε τέλμα, περιλαμβανομένης της μεταφοράς στο έδαφος τους κρατουμένων από την βάση του Γκουαντάναμο και ενίσχυσης των κυρώσεων κατά του Ιράν.

Ωστόσο αυτό δεν θα είναι χωρίς προβλήματα. Ευρωπαίοι διπλωμάτες δηλώνουν ότι θα πιέσουν τον Ομπάμα να διασκεδάσει τις ανησυχίες της Ρωσίας αναφορικά με τα σχέδια της Ουάσιγκτον για εγκατάσταση πυραυλικής ομπρέλας στην Ευρώπη. Την ίδια στιγμή, Αμερικανοί αξιωματούχοι θεωρούν βέβαιο ότι η κυβέρνηση Ομπάμα θα ασκήσει πιέσεις ώστε οι χώρες-σύμμαχοι να ενισχύσουν πρακτικά την δύναμη του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν.

«Οι Ευρωπαίοι είναι πεπεισμένοι ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα ζητήσουν περισσότερα», δήλωσε ανώτατος Αμερικανός αξιωματούχος, προσθέτοντας ότι το ερώτημα είναι κατά πόσον θα υπάρξει και σε ποιο βαθμό ανταπόκριση.

Eνα ζήτημα που ίσως επανέλθει προς συζήτηση, είναι η μεταφορά κρατουμένων από το Γκουαντάναμο σε χώρες της Ευρώπης. Αν και μέχρι σήμερα δεν υπάρχει ομοφωνία, εντούτοις ορισμένες χώρες, καθοδηγούμενες από την Γερμανία και την Πορτογαλία, δεν έχουν αποκλείσει ένα τέτοιο ενδεχόμενο, νοουμένου ότι ο Ομπάμα θα τηρήσει την υπόσχεση του για οριστικό κλείσιμο της βάσης.

Ο εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης Τόμας Στεγκ, δήλωσε ότι μία τέτοια συμφωνία θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην πρόθεση του Ομπάμα να κλείσει την φυλακή, προσθέτοντας ωστόσο ότι η επανεγκατάσταση κρατουμένων σε χώρες της Ευρώπης θα αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης μεταξύ όλων των κρατών-μελών.

Παρόμοια στάση τηρεί και το Γαλλικό υπουργείο εξωτερικών, που ζητά την διαμόρφωση κοινής πολιτικής, ενώ ορισμένοι ευρωπαίοι διπλωμάτες έχουν ήδη δηλώσει ότι θα αρχίσουν να επεξεργάζονται συγκεκριμένα σχέδια.

Οι πληροφορίες περί της πρόθεσης ευρωπαικών χωρών να εξετάσουν ένα τέτοιο ενδεχόμενο, έχουν εξοργίσει την απερχόμενη κυβέρνηση Μπους, που επανειλημμένα είχε πιέσει για την αποδοχή μίας τέτοιας πρότασης. Η εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου Ντάνα Περίνο, έκανε λόγο για εποικοδομητικό βήμα, εκφράζοντας την ίδια στιγμή ικανοποίηση για το ότι ευρωπαϊκές χώρες είναι πρόθυμες να συνδράμουν τον αγώνα για αντιμετώπιση της διεθνούς τρομοκρατίας. Ο εκπρόσωπος του ”Στέιτ Ντιπάρτμεντ Σον Μακόρμακ, δήλωσε από πλευράς του ότι τα εύσημα θα πρέπει να δοθούν στην υπουργό εξωτερικών Κοντολίζα Ραις, τονίζοντας ότι η αλλαγή της στάσης ευρωπαϊκών κρατών, δεν συνέβη εν μία νυχτί.

Ο κύριος Μακόρμακ επαίνεσε ιδιαίτερα την Πορτογαλία, η οποία, όπως είπε, άνοιξε τον δρόμο για την υιοθέτηση μιας νέας στάσης εκ μέρους της Ευρώπης. Ο υπουργός εξωτερικών της χώρας Λουίς Αμάτο, κάλεσε μάλιστα πρόσφατα τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις να βοηθήσουν τις Ηνωμένες Πολιτείες να κλείσει το Γκουαντάναμο, αποδεχόμενες την μεταφορά στο έδαφος τους κρατουμένων από τρίτες χώρες. Ωστόσο σε ιδιωτικές συζητήσεις, ευρωπαίοι διπλωμάτες δήλωσαν ότι η πρόθεση τους να βοηθήσουν τον Ομπάμα, δεν έχει να κάνει με μία «βελούδινη περίοδο» στις σχέσεις των δύο μερών. Μία τέτοια κίνηση, πρόσθεσαν, θα επιτρέψει στις κυβερνήσεις ευρωπαϊκών κρατών να αποκαταστήσουν την αξιοπιστία τους ανάμεσα στον τοπικό μουσουλμανικό πληθυσμό. Οι σύμμαχοι της Αμερικής είναι ενδεχόμενο να είναι περισσότερο πρόθυμοι να βοηθήσουν τον Ομπάμα στο θέμα του Ιράν – νοουμένου, όπως δήλωσε Ευρωπαίος διπλωμάτης, ότι θα τηρήσει την υπόσχεση του να εμπλακεί σε απευθείας και χωρίς όρους διαπραγματεύσεις με Ιρανούς αξιωματούχους.

Σε αντάλλαγμα, οι σύμμαχοι, θεωρείται βέβαιο ότι θα ζητήσουν επανεξέταση των σχεδίων για την δημιουργία αντιπυραυλικής ασπίδας στην Ευρώπη, που ως γνωστόν οδήγησε στην οργίλη αντίδραση της Μόσχας, φθάνοντας στο σημείο να προειδοποιήσει ακόμη και με την ανάληψη στρατιωτικής δράσης εναντίον κρατών-μελών του ΝΑΤΟ. Ιδιαίτερα θορυβημένοι από την κλιμάκωση της έντασης, ευρωπαίοι διπλωμάτες δήλωσαν ότι θα ζητήσουν από την Υπουργό Εξωτερικών Χίλαρι Κλίντον, να υιοθετήσει μια πιο συμφιλιωτική στάση έναντι της Μόσχας.

Αν και ο Ομπάμα δεν έχει ακόμη ξεκαθαρίσει την θέση του επί αυτού του ζητήματος, εντούτοις έχει επανειλημμένα εκφράσει σκεπτικισμό ως προς την χρηματοδότηση του εγχειρήματος, μέχρις ότου κριθεί, όπως δήλωσε, η αποτελεσματικότητα του. Στο ζήτημα του πολέμου στο Αφγανιστάν ωστόσο, ο Ομπάμα έχει ταχθεί υπέρ της ενίσχυσης της δράσης κατά των Ταλιμπάν. Ένδειξη τούτου είναι και η απόφαση να διατηρήσει στην θέση του τον Υπουργό Άμυνας Ρόμπερτ Γκέιτς, ο οποίος έχει επικριθεί έντονα από ορισμένες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ όταν τις κατηγόρησε πως δεν πράττουν αρκετά.

Μέχρι σήμερα, η Βορειοατλαντική συμμαχία δεν έχει υλοποιήσει το πρόγραμμα της για ενίσχυση των χερσαίων στρατευμάτων στο Αφγανιστάν σε έμψυχο και άψυχο υλικό. Ο Γκέιτς έχει καλέσει επανειλημμένα τις χώρες-μέλη, ακόμη και αυτές που αντιτίθενται στην εμπλοκή τους σε πολεμικές επιχειρήσεις, να εκπληρώσουν τις δεσμεύσεις τους. Για να ανταποκριθεί τις απαιτήσεις των στρατηγών, η κυβέρνηση Ομπάμα αναμένεται να αποστείλει στο Αφγανιστάν άλλους 20-30.000 στρατιώτες, οι περισσότεροι εκ των οποίων θα αναπτυχθούν στην χώρα τους επόμενους έξι μήνες. Διαβάστε περισσότερα...