Σάββατο 3 Ιανουαρίου 2009

Παλαιστινιακό Επισημάνεις στρατηγικής μέσα από την κρίση

Χρήστος Ιακώβου

Η κρίση στο Παλαιστινιακό, όπως και κάθε περιοδική αύξηση της έντασης στο πρόβλημα, τουλάχιστον από το 2000 και εντεύθεν, προκαλεί το μόνιμο ερώτημα: Ποιά παιγνίδια στρατηγικής καθορίζουν την έκρηξη και εξέλιξη της κρίσης; Πιο συγκεκριμένα για την περίπτωση αυτή: Γιατί η Χαμάς επέλεξε αυτή την περίοδο να σπάσει την εκεχειρία και, από την άλλη, γιατί το Ισραήλ επέλεξε ως αντίδραση την τακτική της δυσανάλογης και υπέρμετρης χρήσης βίας;  

Σε ό,τι αφορά τη Χαμάς, επαναλαμβάνεται το ίδιο σκηνικό με αυτό του 1996 και 2001. Η οργάνωση επέλεξε στις παραμονές των Ισραηλινών εκλογών να προκαλέσει κρίση προκειμένου να καταστεί στρατηγικός παράγοντας στις εσωτερικές εξελίξεις. Η πρακτική του παρελθόντος έχει καταδείξει ότι η πρόκληση κρίσεων από τη Χαμάς σε προεκλογικές περιόδους οδήγησε σε απώλεια εκλογών από τους μετριοπαθείς Ισραηλινούς πολιτικούς. Το 1996 ενώ προηγείτο στις δημοσκοπήσεις ο Σιμόν Πέρες έχοντας ταυτόχρονα και το ψυχολογικό πλεονέκτημα που έδιδε στο εργατικό κόμμα η δολοφονία του Γίτζχακ Ράμπιν, οι τρομοκρατικές επιθέσεις της Χαμάς λειτούργησαν προς όφελος του Βενιαμίν Νετανυάχου. Παρόμοιο σκηνικό επαναλήφθηκε και το 2001 που οδήγησε σε πτώση της κυβέρνησης του Εχούντ Μπαράκ και νίκη του Αριέλ Σαρόν. Η Χαμάς τάχθηκε από την αρχή εναντίον της ειρηνευτικής διαδικασίας και σαφώς προτιμούσε στην Ισραηλινή κυβέρνηση τους σκληροπυρηνικούς για να δικαιολογεί την πολιτική της αλλά και τον λόγο ύπαρξή της. Με αυτό τον τρόπο η εξέλιξη της Χαμάς συνδέθηκε σε μεγάλο βαθμό με τις εσωτερικές πολιτικές εξελίξεις στο Ισραήλ. 

Η επιλογή της Χαμάς να σπάσει την εκεχειρία έξι μέρες προ της λήξεώς της εγγράφεται στην πιο πάνω στρατηγική λογική. Γνωρίζοντας ότι το Ισραήλ θα απαντήσει με στρατιωτικά μέσα επιδιώκει σε επίπεδο τακτικής να το εξαναγκάσει σε μία μακράς διαρκείας αντιπαράθεση προκαλώντας του σοβαρό πολιτικό κόστος. Αν τελικά το πετύχει, αυτό θα συνεπάγεται δυσμενείς εκλογικές επιπτώσεις για την Ισραηλινή κυβέρνηση συνασπισμού, ιδιαίτερα για τα δύο μεγάλα κόμματα που συμμετέχουν σε αυτόν, Καντίμα και Εργατικό, αφού ένα σημαντικό ποσοστό του εκλογικού σώματος άγεται από τις διακυμάνσεις του παράγοντα ασφάλειας (security voters). Με τέτοιο σενάριο ευνοείται το κόμμα Λικούντ του Βενιαμίν Νετανυαάχου, οδηγείται το Ισραήλ σε επανάληψη του σκηνικού του 1996 και η Χαμάς επιβεβαιώνει τον κεντρικό της ρόλο στα Παλαιστινιακά πολιτικά πράγματα. Αυτός είναι ο συγκεκριμένος στρατηγικός στόχος της Χαμάς σήμερα.  

Από την άλλη, η στρατιωτική διαχείριση της κρίσης από το Ισραήλ, η οποία είναι η πιο βίαιη στη Γάζα, μετά τον πόλεμο του 1967, έχει προκαλέσει ένα σημαντικό ερώτημα: ποιά είναι η στρατηγική του Ισραήλ στην κρίση, δηλαδή ποια είναι η λογική σχέση μεταξύ της χρήσης της στρατιωτικής ισχύος με τους πολιτικούς στόχους που επιδιώκει να εκπληρώσει η σημερινή κυβέρνηση; Με άλλα λόγια, τι θα μπορούσε να θεωρεί το Ισραήλ ως νίκη σε αυτή την αντιπαράθεση; 

Με την επιλογή της τακτική χρήσης δυσανάλογης και υπέρμετρης στρατιωτικής βίας από την Ισραηλινή κυβέρνηση αυτομάτως μπαίνει δυναμικά στην προεκλογική τροχιά ο υπουργός Άμυνας και πρόεδρος του εργατικού κόμματος Εχούντ Μπαράκ, ο οποίος στις δημοσκοπήσεις φαινόταν ότι έχανε έδαφος. Αυτό όμως εγκυμονεί ταυτόχρονα ένα ρίσκο και προκαλεί ένα δίλημμα. Αν η κρίση αποκτήσει εκτεταμένη διάρκεια τότε διαφαίνεται επανάληψη του σεναρίου του 2001, όπου τότε ο χρόνος και οι απώλειες ερμηνεύθηκαν ως αδυναμία ελέγχου της κρίσης και λειτούργησε σε βάρος του Μπαράκ και προς όφελος του Αριέλ Σαρόν. Το παράδειγμα της εμπλοκής του Ισραήλ στην κρίση του Λιβάνου το 2006 απέδειξε ότι η συντριπτική υπεροχή στο στρατιωτικό πεδίο με συμβατικές δυνάμεις δεν συνεπάγεται και υλοποίηση των πολιτικών στόχων. Συνεπώς το δίλημμα για την Ισραηλινή κυβέρνηση είναι κατά πόσο θα πρέπει να στείλει ή όχι χερσαίες δυνάμεις στην Γάζα. 

Επιπλέον, το Ισραήλ θα πρέπει να λάβει υπόψη ότι ενόσω η Χαμάς αποκτά κεντρικό ρόλο στα Παλαιστινιακά πολιτικά πράγματα μέσω των συγκρούσεων, ποιο θα είναι πλέον το μέλλον της Φάταχ και του Μαχμούτ Αμπάς; Θα μπορέσει το Ισραήλ να διαπραγματευτεί μία τελική συμφωνία με τη Χαμάς; 

Το σκηνικό, όπως διαμορφώνεται, θα εξαρτηθεί από πέντε παράγοντες: α) Πόσο θα διαρκέσει η κρίση, β) πόσοι Παλαιστίνιοι άμαχοι θα σκοτωθούν, γ) πόσοι Ισραηλινοί, στρατιώτες και άμαχοι θα σκοτωθούν, δ) κατά πόσο η κρίση θα γενικευθεί και θα επεκταθεί και στη Δυτική Όχθη, και ε) κατά πόσο θα υπάρξει αντίδραση της Χιζμπολλάχ. 
 
Σε επίπεδο μακροστρατηγικής ανάλυσης, αν δεχθούμε ότι μέσω των στρατιωτικών επιχειρήσεων η Ισραηλινή κυβέρνηση επιδιώκει να αποδυναμώσει τη Χαμάς στη Γάζα καταστρέφοντας τις επιχειρησιακές της δυνατότητες, θα μπορέσει να εξαλείψει το φαινόμενο αυτό από τις Παλαιστινιακές περιοχές; Η απάντηση είναι μάλλον αρνητική, όπως και στην περίπτωση της σύγκρουσης με τη Χιζμπολλάχ. Με άλλα λόγια, η Χαμάς σήμερα απαιτεί τον τερματισμό των επιθέσεων εναντίον της Γάζας και το άνοιγμα των συνόρων για διακίνηση φαρμάκων και τροφίμων. Από την άλλη, το Ισραήλ απαιτεί ησυχία στη Γάζα και ασφάλεια στις νότιες περιοχές του. Αν τελικά η διάρκεια της κρίσης είναι μεγάλη, τότε οι στόχοι της Χαμάς είναι σαφώς πιο εφικτοί ενώ από την άλλη όταν και αν η Χαμάς συναινέσει στις απαιτήσεις του Ισραήλ, τότε η Ισραηλινή κυβέρνηση, εμμέσως πλην σαφώς, θα αποδεχθεί την παραχώρηση της ασφάλειας της Γάζας στη Χαμάς.  

Σε τελική ανάλυση το Ισραήλ φαίνεται να αυτομαστιγώνεται και να θέτει σε μόνιμη απειλή την εσωτερική του ασφάλεια, κυνηγώντας μια υπόθεση που υπερβαίνει τις δυνάμεις και τα εθνικά του συμφέροντα. 

1 σχόλιο:

  1. Είναι μία από τις καλύτερες αναλύσεις που έχω διαβάσει. Συγχαρητήρια.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.