Παρασκευή 13 Μαρτίου 2009

Τι συμφέρει τον Ομπάμα; EE ή ΝΑΤΟ;


Του Paul Hockenos
DER SPIEGEL


Όσοι εμπλέκονται στον καθορισμό της Αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, ορίζουν την Οργάνωση των Χωρών του Βορειοατλαντικού Συμφώνου (ΝΑΤΟ), ως τον θεσμό για την υπερ-Ατλαντική συνεργασία. 

Πρόκειται για τους «Ατλαντιστές», οι οποίοι σε αντίθεση με τους νεοσυντηρητικούς σκέφτονται πολυδιάστατα, θεωρούν τους Ευρωπαίους συμμάχους και πιστεύουν στο διεθνές δίκαιο. Ο Μπαράκ Ομπάμα δεν μπορεί να αποτελεί εξαίρεση. Ωστόσο οι «Ατλαντιστές» διαπράττουν σφάλμα εμμένοντας στον πολυσχιδή χαρακτήρα της Βορειοατλαντικής Συμμαχίας. 

Όσο και αν προσπάθησε να επαναπροσδιορίσει τον ρόλο του, το ΝΑΤΟ παραμένει μία στρατιωτική συμμαχία με ψυχροπολεμική διάθεση, που ηγεμονεύεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Όχι μόνο δεν διαθέτει την αναγκαία υποδομή ώστε να αντιμετωπίσει τις νέες προκλήσεις στην μεταψυχροπολεμική (μετά-Αμερικανική) παγκόσμια τάξη πραγμάτων, αλλά έχει καταστεί αντιπαραγωγικό ως προς την αρχική του αποστολή – να διασφαλίσει την ασφάλεια στην Ευρωπαϊκή ήπειρο.

Η νέα κυβέρνηση στην Ουάσιγκτον, θα ωφεληθεί τα μέγιστα αν επανεξετάσει την σχέση της με την Ευρώπη. Θα πρέπει να κινηθεί προς την σύναψη στρατηγικής συνεργασίας στην βάση της ισότητας, και να εξετάσει την δημιουργία νέων σωμάτων για αντιμετώπιση των διεθνών απειλών. Μακροπρόθεσμα, μια στενή και ειλικρινής σχέση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα ενισχύσει την ασφάλεια της Αμερικής και θα την βοηθήσει να εμπλακεί αποτελεσματικότερα σε έναν πολυπολικό κόσμο.

Η πάγια Αμερικανική θέση που θεωρεί το ΝΑΤΟ ως έναν υπερ-Ατλαντικό οργανισμό ερμηνεύεται με διάφορους τρόπους. Πρόσφατο παράδειγμα είναι το Αφγανιστάν, ενώ παλαιότερα είχε βοηθήσει την Δύση να κερδίσει τον ψυχρό πόλεμο. Δουλειά του ΝΑΤΟ, σύμφωνα με τον τότε Γενικό Γραμματέα Λόρδο Ίσμει, ήταν «να κρατά τους Ρώσους εκτός, τους Αμερικανούς εντός και τους Γερμανούς υπό έλεγχο». Αντί μάλιστα το 1990 να αναστείλει την λειτουργία του, από την στιγμή που ο στόχος είχε επιτευχθεί, η Συμμαχία αναζήτησε νέο ρόλο ύπαρξης. 

Λόγω πρακτικής αδυναμίας των Ευρωπαίων, ηγήθηκε του πολέμου κατά των Σέρβων εθνικιστών, της ανθρωπιστικής επέμβασης στη Βοσνία και της ένοπλης εκστρατείας εναντίον της Σερβίας του Μιλόσεβιτς. Την ίδια χρονιά, η Τσεχία, η Ουγγαρία και η Πολωνία, έγιναν οι πρώτες χώρες του πρώην Συμφώνου της Βαρσοβίας που εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ. Ακολούθησαν οι Βαλτικές χώρες, η Σλοβενία, η Σλοβακία, η Βουλγαρία και η Ρουμανία. Αν και οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Βρετανία καταστρατήγησαν το ΝΑΤΟ ούτως ώστε στα τέλη του 2001 να ανατρέψουν τους Ταλιμπάν, δύο χρόνια μετά, η Συμμαχία μετέφερε για πρώτη φορά εκτός Ευρώπης τις επιχειρήσεις του, στο πλαίσιο της Διεθνούς Δύναμης Ενίσχυσης της Ασφάλειας στο Αφγανιστάν. Η Νατοική δύναμη αποτελείται σήμερα από 50.000 στρατιώτες από 40 χώρες, μεταξύ αυτών και οι 27 σύμμαχοι του.

Στη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, οι νυν σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ συνεργάζονταν στο όνομα της συλλογικής άμυνας, ενώ συνηγορούσαν και στο ότι ο εχθρός ήταν η Σοβιετική Ένωση. Αν και η ημερήσια διάταξη καθοριζόταν από τις ΗΠΑ, η αρχή της συλλογικότητας στην λήψη αποφάσεων ήταν σεβαστή. Η σχέση αυτή έπαυσε να ισχύει με την λήξη του ψυχρού πολέμου. 

Με την μετατροπή της συμμαχίας σε έναν οργανισμό για αντιμετώπιση πάσας μορφής διεθνών διενέξεων, οι υπέρμαχοι του ΝΑΤΟ κατάφεραν να αναδείξουν την ανεπάρκεια του οργανισμού έναντι των σύγχρονων προκλήσεων. Η νέα «συνολική προσέγγιση» προσέδωσε στο ΝΑΤΟ όρους εντολής που μεταβάλλονται ανάλογα με την απειλή, ενώ την ίδια στιγμή η συμμαχία αναλαμβάνει υποχρεώσεις που δεν επικεντρώνονται στην ανάληψη στρατιωτικής δράσης. Ωστόσο αν και όροι εντολής έχουν διαφοροποιηθεί, αυτό δεν συμβαίνει με τους μηχανισμούς και τον τρόπο σκέψης.  

Δεν υπάρχει καλύτερο παράδειγμα από την αποστολή του ΝΑΤΟ στο Αφγανιστάν, όπου η συμμαχία βρίσκεται αντιμέτωπη με καθήκοντα που δεν είναι σε θέση να εκπληρώσει. Τα περισσότερα από τα Ευρωπαικά κράτη-μέλη υποστηρίζουν ότι η σταθερότητα θα επιτευχθεί μόνο μέσω μιας ευρείας και πολυσχιδούς στρατηγικής, ούτως ώστε να διευκολυνθεί η μεταβίβαση στους Αφγανούς και η δημιουργία συνθηκών για ανοικοδόμηση της χώρας. 

Ο πόλεμος στο Αφγανιστάν, είναι ίσως το πιο βασανιστικό παράδειγμα του διλήμματος που τίθεται ενώπιον του ΝΑΤΟ. Για τους «Ατλαντιστές» είναι ο οργανισμός που μπορεί να αντεπεξέλθει σε όλες τις σύγχρονες προκλήσεις, ασχέτως αν επιφορτώνεται με νέες ευθύνες και υποχρεώσεις.

Υπό αμφισβήτηση τίθεται όμως και το κατά πόσον το ΝΑΤΟ εξακολουθεί να είναι ένας υπερ-Ατλαντικός οργανισμός, όπως δηλοί και η ονομασία του. Σήμερα, έχει μετατραπεί σε μια λέσχη για τις καθοδηγούμενες από τις ΗΠΑ «συμμαχίες των προθύμων» όπου τα κράτη-μέλη και τα μη-μέλη, μπορούν να εντάσσονται κατά περίπτωση. Οι Ευρωπαίοι δεν έχουν κανένα ουσιαστικό ρόλο, αλλά λειτουργούν ως περιστασιακοί βοηθοί, όπως στο Αφγανιστάν. Από την στιγμή μάλιστα που οι όροι εντολής του ΝΑΤΟ δεν περιορίζονται στην Ευρώπη ή στην συλλογική ασφάλεια, δεν πρέπει να αποτελεί έκπληξη ότι βρίσκονται σε εξέλιξη συνομιλίες για ένταξη του Ισραήλ, της Αυστραλίας και της Ιαπωνίας. 

Όπως υποστηρίζει ο Ολλανδός πολιτικός επιστήμονας Πίτερ βαν Χαμ «Το ΝΑΤΟ παρέχει στις Ηνωμένες Πολιτείες την σφραγίδα της νομιμότητας, χωρίς να θέτει ουσιαστικούς περιορισμούς στην άσκηση της εξωτερικής τους πολιτικής». Η νέα μορφή συμμαχίας, δεν έχει καμία σχέση με την ενότητα και την συνοχή που χαρακτήριζε το παλιό ΝΑΤΟ. Στο Αφγανιστάν, οι διαφορές είναι μάλιστα τόσο μεγάλες, που τα Αμερικανικά, τα Γερμανικά και τα Ολλανδικά αποσπάσματα, ασκούν διαφορετικές στρατηγικές στους τομείς ευθύνης τους. Αυτό πόρρω απέχει από το σύνθημα «όλοι για ένας και ένας για όλους» που διατηρούσε ενωμένη την Ατλαντική Συμμαχία.

The New York Times Syndicate

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούνται οι φίλοι που καταθέτουν τις απόψεις τους να χρησιμοποιούν ψευδώνυμο για να διευκολύνεται ο διάλογος. Μηνύματα τα οποία προσβάλλουν τον συγγραφέα του άρθρου, υβριστικά μηνύματα ή μηνύματα εκτός θέματος θα διαγράφονται. Προτιμήστε την ελληνική γλώσσα αντί για greeklish.